Οι πρωτοφανείς καταστάσεις τις οποίες βιώνουμε και παρατηρούμε τις τελευταίες εβδομάδες, τόσο στην Κύπρο όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, με την εξάπλωση του κορωνοϊού–Covid-19 και τα δρακόντεια μέτρα τα οποία λαμβάνονται από τις κυβερνήσεις για την καταπολέμησή του, αναμένεται να επηρεάσουν δυσμενώς την κυπριακή οικονομία, η οποία θα βρεθεί αντιμέτωπη με μία δεύτερη οικονομική κρίση μέσα σε λιγότερο από επτά χρόνια.
Η νέα κρίση η οποία βρίσκεται στο κατώφλι μας, έχει κάποια κοινά χαρακτηριστικά με εκείνη την οποία αντιμετωπίσαμε το 2013, διακρίνεται ωστόσο, σαφώς, ως προς την έκταση, αλλά κυρίως τα αίτιά της. Το 2013, το πρόβλημα της Κύπρου ήταν περιορισμένο, αφού οι πλείστες χώρες είχαν ήδη αρχίσει να ξεπερνούν την κρίση του 2008 ενώ η ευθύνη για την κατάρρευση των δύο συστημικών τραπεζών αποδόθηκε – δικαίως ή αδίκως- σχεδόν αποκλειστικά στους εσωτερικούς κυπριακούς χειρισμούς. Στον αντίποδα, η ύφεση στην οποία αναμένεται να περιέλθει η κυπριακή οικονομία το 2020 θα εξαπλωθεί, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, σε παγκόσμιο επίπεδο ενώ θα οφείλεται στον λεγόμενο «αόρατο εχθρό» όπως έχει χαρακτηριστεί από πολλούς αρχηγούς κρατών ο Covid-19.
Μέρος της παρακαταθήκης της κρίσης του 2013 υπήρξε και η αναθεώρηση του υφιστάμενου πλαισίου αφερεγγυότητας νομικών προσώπων. Μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες διαδικασίες, οι οποίες ενσωματώθηκαν στην κυπριακή έννομη τάξη στην προσπάθεια ανάκαμψης της κυπριακής οικονομίας, είναι αυτή του θεσμού της Εξέτασης (Examinership), η οποία προβλέπεται στα άρθρα 202Α- 202ΛΗ και εισήχθη το 2015 στον Περί Εταιρειών Νόμο, Κεφ. 113.
Η Εξέταση είναι μία διαδικασία αναδιάρθρωσης και διάσωσης εταιρειών, οι οποίες είναι είτε ανίκανες ή κατά πάσα πιθανότητα θα είναι ανίκανες να πληρώσουν τα χρέη τους, με σκοπό να εξεταστεί εάν υπάρχει «εύλογη προοπτική επιβίωσης της εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης αυτής ως δρώσας οικονομικής μονάδας» (going concern). Εάν υπάρξει μία τέτοια διαπίστωση, η εταιρεία θα τεθεί για περιορισμένο χρονικό διάστημα υπό την προστασία του Δικαστηρίου, ώστε να βοηθηθεί η διάσωσή της. Απώτερη επιδίωξη της διαδικασίας, η οποία έχει αναλυθεί εκτενώς σε αποφάσεις των Ιρλανδικών Δικαστηρίων από όπου και προέρχεται η εν λόγω διαδικασία, είναι η διατήρηση θέσεων εργασίας και η διάσωση βιώσιμων επιχειρήσεων. Σκοπός της διάσωσης, συνεπώς, είναι οι θετικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει η επιβίωση της εταιρείας στο ευρύτερο κοινωνικό συμφέρον και όχι απλώς η παροχή βοήθειας στους μετόχους μιας εταιρείας οι οποίοι έχουν κάνει λανθασμένες επενδυτικές κινήσεις.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία μία εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου δεν μπορεί, μεταξύ άλλων, να αρχίσουν εναντίον της διαδικασίες εκκαθάρισης, να διοριστεί παραλήπτης σε αυτήν, να λάβει χώρα οποιοδήποτε μέτρο εκτέλεσης έναντι της περιουσίας της, καθώς επίσης και να ληφθούν οποιαδήποτε μέτρα για τη ρευστοποίηση υποθηκών ή άλλων εξασφαλίσεων, έχουν παραχωρηθεί έναντι αξιώσεων εις βάρος της εταιρείας.
Ο λόγος ύπαρξης αυτού του moratorium εκτέλεσης και λήψης μέτρων από τους πιστωτές της εταιρείας είναι για να δοθεί ο κατάλληλος χρόνος στον Εξεταστή, εφόσον διοριστεί, να καταρτίσει ένα σχέδιο διακανονισμού (scheme of arrangement) με τους πιστωτές της εταιρείας, το οποίο θα επιτρέπει την επιβίωση της εταιρείας και τη συνέχιση των εργασιών της. Το σχέδιο διακανονισμού, εφόσον εγκριθεί από τους πιστωτές της εταιρείας, θα πρέπει επίσης να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, ώστε να επικυρωθεί και να καταστεί δεσμευτικό έναντι της εταιρείας και των πιστωτών της.
Σημειώνεται ότι το εργαλείο της Εξέτασης δεν έτυχε ευρείας αποδοχής και χρήσης από την αγορά τα προηγούμενα χρόνια. Το γεγονός αυτό αποδίδεται κυρίως στις πραγματικότητες του συστήματος απονομής δικαιοσύνης και τις δομικές καθυστερήσεις, οι οποίες παρατηρούνται στην εφαρμογή του οι οποίες δεν επέτρεψαν σε μία διαδικασία η οποία είναι εκ του νόμου fast-track (όλα τα σχετικά διαβήματα θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία καταχώρησης της σχετικής Αίτησης, με δυνατότητα παράτασης δύο περαιτέρω μηνών μόνο) να λειτουργήσει στην πράξη και να συντείνει στη διάσωση βιώσιμων επιχειρήσεων, οι οποίες είχαν πληγεί από την κρίση του 2013.
Τους ερχόμενους μήνες ο θεσμός της Εξέτασης θα έχει, όπως φαίνεται, μία «δεύτερη ευκαιρία» για να δοκιμαστεί και να καθιερωθεί ως ένα χρήσιμο εργαλείο αναδιάρθρωσης βιώσιμων επιχειρήσεων, οι οποίες θα βρεθούν σε προσωρινή αδυναμία ή πιθανή αδυναμία πληρωμής των χρεών τους. Ευελπιστούμε ότι αυτή τη φορά όλοι οι εμπλεκόμενοι θα εκμεταλλευτούν την εν λόγω διαδικασία και θα μεταχειριστούν τις όποιες αιτήσεις υποβληθούν με την κατάλληλη σοβαρότητα και χωρίς καχυποψία, ώστε η κυπριακή οικονομία και κατ’ επέκταση και η ίδια η κοινωνία να επωφεληθεί από την ορθή εφαρμογή του εν λόγω εργαλείου.
Η επερχόμενη οικονομική κρίση η οποία θα ακολουθήσει το τέλος της πανδημίας του Covid-19 θα βρει την κυπριακή αγορά σαφώς πιο έμπειρη και προετοιμασμένη σε σχέση με την περίοδο 2013-2017, κατά την οποία η ορολογία της αφερεγγυότητας εντάχθηκε απότομα, σχεδόν βίαια, στην οικονομική ζωή. Η κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος το 2013 καλλιέργησε μια γενιά στελεχών, λογιστών, οικονομολόγων και δικηγόρων, η οποία γαλουχήθηκε μέσα στην κρίση και όχι σε μια περίοδο συνεχούς ευημερίας και ανάπτυξης, με αποτέλεσμα να είναι σαφώς σε καλύτερη θέση να διαχειριστεί την επόμενη μέρα της πανδημίας, αφού εκτός από τη σχετική εμπειρία θα έχει στη διάθεσή της και νομοθετικά εργαλεία όπως αυτό της Εξέτασης.
Νοουμένου ότι θα ξεπεραστούν τα προβλήματα τα οποία άπτονται της ανάγκης για ταχεία εκδίκαση των σχετικών αιτήσεων, θα βοηθηθούν βιώσιμες επιχειρήσεις, οι οποίες αναπόφευκτα θα πληγούν οικονομικά από τον Covid-19, και θα μπορέσουν να επιβιώσουν, διασώζοντας θέσεις εργασίας και μειώνοντας τον αρνητικό οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας στους πολίτες.