Στη Σαγκάη της Κίνας έλαβε χώρα, από τις 29 έως τις 31 Αυγούστου 2019, η Παγκόσμια Συνδιάσκεψη Τεχνητής Νοημοσύνης έχοντας ως κύριο θέμα τις «Έξυπνη συνδεσιμότητα – Απεριόριστες δυνατότητες» (2019 World Artificial Intelligence Conference – “Intelligent Connectivity, Infinite Possibilities”)[1].
Πλησιάζοντας προς το τέλος του έτους 2019, δεν εκπλήσσει, πλέον, το γεγονός ότι πραγματοποιείται μια παγκόσμια συνδιάσκεψη, με συμμετέχοντες ακαδημαϊκούς, επιχειρηματίες, πολιτικούς, προγραμματιστές λογισμικού προερχόμενους και από τις πέντε ηπείρους έχοντας ως κύριο θέμα την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Η τεχνητή νοημοσύνη έχει καταστεί μια από τις κύριες κινητήριες δυνάμεις της σύγχρονης βιομηχανικής εξέλιξης και της ψηφιακής οικονομίας, και ασκεί, πλέον, μια βαθειά επιρροή στη διαμόρφωση της κοινωνικής εξέλιξης, της ανθρώπινης επικοινωνίας, των οικονομικών συναλλαγών, της προσωπικής ανάπτυξης, και κατ’επέκταση, των περισσοτέρων διαστάσεων της ανθρώπινης ζωής. Η όλο και πιο βαθειά και ουσιαστική αλληλεπίδραση και διαδραστικότητα μεταξύ του Διαδικτύου των Πραγμάτων (Internet of Things), των Μεγάλων Δεδομένων (Big Data), της Τεχνητής Νοημοσύνης, της πραγματικής οικονομίας, και των κοινωνικών σχέσεων, δημιουργεί νέες απαιτήσεις και προκλήσεις για τα υπάρχοντα συστήματα παραγωγής κανόνων δικαίου, καθώς και για τα μέχρι τούδε μοντέλα διακυβέρνησης του περιβάλλοντος των νέων τεχνολογιών.[2]
H τεχνητή νοημοσύνη, ειδικότερα, επιδρά καταλυτικά στις διαδικασίες παραγωγής αγαθών, στη συνύπαρξη ανθρωπίνων εργαζομένων και μηχανών, στον τρόπο λήψεως αποφάσεων, καθώς και στη διαμόρφωση νέων κανονιστικών απαιτήσεων στον τομέα της ανθρώπινης βούλησης, της ανθρώπινης συμπεριφοράς, και των εννοιών της «ευθύνης» και της «λογοδοσίας» ως συνέπειες συγκεκριμένων πράξεων. Η διαμόρφωση μιας κατάλληλης «κανονιστικής τάξεως»[3] ανταποκρινόμενης στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των νέων τεχνολογιών είναι ένα βασικό και ενδημικό προαπαιτούμενο για μια ισορροπημένη, δίκαιη, και ευνομούμενη ανάπτυξη τόσο της οικονομίας όσο και της βιομηχανίας της τεχνητής νοημοσύνης. Είναι απαραίτητη η ενίσχυση των κανόνων δικαίου, των ηθικών αξιών και των κοινωνικών ζητημάτων, σχετικών με την τεχνητή νοημοσύνη, ώστε να βελτιωθεί και να εγκαθιδρυθεί ένα σύστημα κανόνων δικαίου και ηθικών κανόνων, το οποίο θα διασφαλίζει μια «υγιή» ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης.
Διαβάστε επίσης: Tεχνητή Νοημοσύνη, Δικαιοσύνη και «Έξυπνη Δικαιοσύνη»
Eβδομήντα έτη μετά την πρώτη, στη σύγχρονη εποχή[4], επιστημονική πρόταση εφαρμογής τεχνητής νοημοσύνης από τον Άγγλο μαθηματικό Alan Turing[5] και 65 έτη μετά την πρώτη χρήση του όρου «τεχνητή νοημοσύνη»[6], η σταδιακώς μαζική είσοδος των εφαρμογών της τεχνητής νοημοσύνης στην καθημερινή μας ζωή έχει επαναφέρει στο προσκήνιο αρχετυπικά ερωτήματα της θεωρίας και φιλοσοφίας του δικαίου, της ευρύτερης επιστήμης του δικαίου, καθώς και θεμελιώδη ερωτήματα της νομοθετικής και κανονιστικής πρακτικής.
Ποια τα όρια εξέλιξης της τεχνητής νοημοσύνης; Ποιες οι δικαιικές/ηθικές συνέπειες μιας διαρκώς αναπτυσσόμενης νέας τεχνολογίας σε όλους, σχεδόν, τους τομείς του δικαίου; Ποιος νομιμοποιείται να επανακαθορίσει θεμελιώδεις νομικές έννοιες όπως π.χ. «προσωπικότητα», «δήλωση βουλήσεως», «δικαιοκτητική ικανότητα», «εργασία/εργαζόμενος/εργοδότης», «αδικοπρακτική ευθύνη», «πρόστηση», «βοηθός εκπληρώσεως»; Ποια τα όρια της αυτόνομης σκέψης/πράξης/λήψης αποφάσεων των υπολογιστών/μηχανών;[7] Δύναται να απεμποληθεί πλήρως η ευθύνη του «φυσικού προσώπου»; Πως διαμορφώνεται η συνολική έννοια του δικαίου σ’ένα περιβάλλον τεχνητής νοημοσύνης; Είναι απαραίτητη πλέον η διάκριση μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου δικαίου; Ποιοι θα κληθούν να συμμετάσχουν στην παραγωγή κανόνων δικαίου για τις πολυποίκιλες εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης; Ποιος ο ρόλος των εθνικών/υπερεθνικών/διεθνών νομοθετικών θεσμών στην παραγωγή κανόνων δικαίου και ποια η σχέση τους με τους ιδιωτικούς φορείς/εκφραστές/υποστηρικτές της αυτορρύθμισης;
Μερικά από τα παραπάνω ερωτήματα συζητήθηκαν σθεναρώς στα πλαίσια της ως άνω παγκόσμιας συνδιάσκεψης στη Σαγκάη.[8] Ένα επακόλουθο, κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι το αν υπάρχει ανάγκη για ένα καινούργιο πλέγμα κανόνων δικαίου, για μια νέα νομοθεσία, για σύλληψη νέων πλασμάτων δικαίου, για μια καινοτόμα νομική σκέψη ή θα ήταν αρκετή μια αναλογική εφαρμογή της υφιστάμενης νομικής σκέψης και νομικής δογματικής θεμελιωμένης στην αναζήτηση ομοιοτήτων μεταξύ των χαρακτηριστικών της τεχνητής νοημοσύνης και της μέχρι τούδε ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Μια πρώτη απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι καταφατική. Και αυτό, επειδή, έως σήμερα, σε όλες τις τεχνολογικές επαναστάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί, οι θεμελιώδεις κατακτήσεις του παραδοσιακού δικαίου παρέμειναν ισχυρές. Μια δεύτερη απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα έχει δοθεί από τον Αμερικανό Δικαστή Curtis Karnow, ο οποίος διατύπωσε την άποψη ότι «…δεν είναι η τεχνολογία η οποία αλλάζει το δίκαιο. Είναι το δίκαιο το οποίο αλλάζει, όταν η τεχνολογία δημιουργεί ένα νέο πανίσχυρο οικονομικό διακύβευμα…»[9]. Ακόμα όμως και όταν η ψηφιοποίηση της οικονομίας μεγεθυνθεί, σε ποιο βαθμό καλείται η βασική δογματική του δικαίου να αλλάξει; Υπάρχει πιο αρμονική αναλογία μεταξύ του ρομπότ της τεχνητής νοημοσύνης και του «φυσικού προσώπου», του «αντιπροσώπου» ή του «πράκτορα» του Αστικού Δικαίου ή μεταξύ του ρομπότ και του τηλεφώνου, της γραφομηχανής και του φωτοτυπικού μηχανήματος; Δύναται μια νομική οντότητα, μέρος της εφοδιαστικής αλυσίδας, να εναχθεί για μια παράβαση ενός υποκειμένου τεχνητής νοημοσύνης, όπως θα ενάγονταν στην περίπτωση ενός «ελαττωματικού προϊόντος» ή η εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης προσομοιάζει περισσότερο στην έννοια των «υπηρεσιών», επειδή υπάρχει μια αναλογία με την «υπηρεσία» που προσφέρει ένα φυσικό πρόσωπο ως υποχρέωση απορρέουσα από μια σύμβαση υπηρεσιών;
Μια πρώτη απάντηση θα μπορούσε να δοθεί λαμβάνοντας υπ’όψιν ότι μια παράπλευρη συνέπεια της συνεχούς αύξησης της «νοημοσύνης» των μηχανών/υπολογιστών της τεχνητής νοημοσύνης είναι το, ακόμα υπό διαμόρφωση, φαινόμενο ο άνθρωπος να εξοβελίζεται απολύτως από τη διαδικασία λήψεως μιας απόφασης της μηχανής/υπολογιστή της τεχνητής νοημοσύνης, ώστε να μην έχει καμία γνώση της πράξης/συμπεριφοράς του υποκειμένου της τεχνητής νοημοσύνης. Στο βαθμό που η τεχνητή νοημοσύνη δε βασίζεται μόνο στην «αλγοριθμική φόρτωση» δεδομένων από τον άνθρωπο σε μια μηχανή, αλλά θα μπορεί να «μαθαίνει» και μόνη της από την εξόρυξη δεδομένων από το διαδίκτυο, τότε δημιουργείται μια νέα μορφή τεχνητής νοημοσύνης, η οποία δύναται να δημιουργεί ή ίδια αλγορίθμους με αποτέλεσμα να καθίσταται ακόμα πιο αυτόνομη από την ανθρώπινη παρέμβαση.
Ανεξαρτήτως των απαντήσεων που μπορούν να δοθούν στα παραπάνω ερωτήματα, το δίκαιο θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των κανόνων συνύπαρξης του ανθρώπου με μια άλλη «νοήμονα», «έλλογη», «αυτόνομη» οντότητα, είτε αυτή έχει τη μορφή ρομπότ, μηχανής, υπολογιστή. Πολλά από τα υφιστάμενα νομικά συστήματα, εθνικά, υπερεθνικά, διεθνή, ήδη έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες ετερορύθμισης, συ-ρύθμισης, από-ρύθμισης, ώστε να ανταποκριθούν στις κανονιστικές απαιτήσεις του νέου ψηφιακού περιβάλλοντος.[10]
Το παρόν άρθρο είναι η αρχή μιας μελέτης πάνω στη διαμόρφωση ενός κανονιστικού πλαισίου, το οποίο θα ανταποκρίνεται όχι μόνο στις απλές εφαρμογές του «machine learning» της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά και στις πιο σύνθετες μορφές της, του «abstract thinking» και του «deep learning», εφαρμογές οι οποίες μεταβάλλουν καθοριστικώς την λειτουργία θεμελιωδών εννοιών της νομικής επιστήμης.
[1] Για περισσότερες πληροφορίες σχετικώς με τη συνδιάσκεψη, βλ. στην ιστοσελίδα της συνδιάσκεψης http://www.worldaic.com.cn.
[2] Σχετικά με τις κανονιστικές απαιτήσεις του διαδικτυακού περιβάλλοντος αλλά και τη δογματική της παραγωγής κανόνων δικαίου στο διαδίκτυο, Βλ. Koukiadis D., “Reconstituting Internet Normativity:The role of State, private actors, global online community in the production of legal norms”, Nomos/Hart Publishing, 2015.
[3] Ο όρος είναι μετάφραση του γερμανικού όρου “Normative Ordnungen”, o οποίος εισήχθη ως όρος από τους καθηγητές Νομικής και Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, Klaus Günther, Gunther Teubner και Reiner Frost αντιστοίχως, με την ίδρυση του ομώνυμου Ινστιτούτου. Βλ. σχετικά με τη δημιουργία «κανονιστικών τάξεων» https://www.normativeorders.net/de. Ειδικά όσον αφορά στην επίδραση της τεχνητής νοημοσύνης στη διαμόρφωση του δικαίου και στην «αλγοριθμική» μεταμόρφωση της κοινωνίας, βλ. την εξαίρετη μελέτη του Burchard C., “Künstliche Intelligenz als Ende des Strafrechts? Zur algorithmischen Transformation der Gesellschaft“, Normative Orders Working Paper 02/2019, διαθέσιμο σε https://www.normativeorders.net/de.
[4] H πρώτη αναφορά σε μια μορφή τεχνητής νοημοσύνης, θα μπορούσε να υποστηριχθεί, γίνεται από τον Αριστοτέλη, ο οποίος γράφει «… δ ι ό τ ι α ν έ κα σ τ ο τ ω ν ο ρ γ ά ν ω ν, ή διαταχθέν ή ε ξ’ ι δ ί α ς α ν τ ι λ ή ψ ε ω ς, ηδύνατο να εκτελεί το έργον αυτού, όπως συνέβαινε κατά τα μυθολογούμενα με τα αγάλματα του Δαιδάλου ή με τους τρίποδας του Ηφαίστου, οι οποίοι, κατά τα υπό του ποιητή ιστορούμενα, εισέρχονταν δι’ αυτόματης κινήσεως στο εργαστήριο του Θεού, έ τ σ ι κ α ι ο ι κ ε ρ κ ί δ ε ς ύ φ α ι ν α ν μ ό ν ε ς τ ο υ ς κ α ι τ α π λ ή κ τ ρ α έ κ ρ ο υ α ν μ ό ν α τ ο υ ς τ ι ς χ ο ρ δ έ ς, ούτε οι προϊστάμενοι κάποιου τεχνικού κλάδου θα είχαν ανάγκη υπηρετών, ούτε οι κύριοι ανάγκη δούλων…», Αριστοτέλης, “Πολιτικά”, 1253b 34-40, εκδ. Ζαχαρόπουλος, μτφρ. Π. Λεκατσάς, 1939.
[5] Ο Allan Turing το 1950 πρότεινε το γνωστό ως «Turing test», ένα πείραμα, με βάση το οποίο ένας υπολογιστής, αν μπορούσε να «εξαπατήσει» έναν άνθρωπο ότι σκέφτεται σαν ένα ανθρώπινο ον, τότε αυτό θα ήταν μια απόδειξη «νοημοσύνης» του υπολογιστή. Βλ. σχετικώς Shieber S.M.(ed.), “The Turing Test: Verbal Behavior as the Hallmark of Intelligence, σ. 61-67, MIT Press (2004).
[6] O όρος πρωτοεισήχθη από τον John McCarthy το 1955, ο οποίος όρισε την τεχνητή νοημοσύνη ως «…την επιστήμη και μηχανική που φτιάχνουν νοήμονες μηχανές…». Βλ. McCarthy J./Lifschitz V. (eds.), “Artificial Intelligence and Mathematical Theory of Computation: Papers in Honor of John McCarthy”, Academic Press, 1991.
[7] Ο πιο κλασσικός διαχωρισμός των δύο επιπέδων εξέλιξης της τεχνητής νοημοσύνης είναι το επίπεδο της απλής «μηχανικής εκμάθησης» (mashine learning), και το πιο προχωρημένο επίπεδο της «αφηρημένης σκέψης» (abstract thinking). Έως σήμερα, η εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης βρίσκεται ακόμα στο πρώτο επίπεδο.
[8] Βλ. την ατζέντα της συνδιάσκεψης, διαθέσιμη σε http://www.worldaic.com.cn.
[9] Βλ. Karnow C.E.A, Foreword in: Barfied. W/Pagallo U. (eds.), “Research Handbook on the Law of Artificial Intelligence”, σ. xix, Edward Elgar Publ. (2018) (η μετάφραση του συγγραφέα). Mε βάση πρόσφατες προβλέψεις, τα συνολικά κέρδη από τις εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης το έτος 2025 θα είναι του ύψους 59.8 δισεκατομμύρια δολάρια. Στην Κίνα, μια μόνο εταιρία, η Albia, έχει ανακοινώσει επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη ύψους 15 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η Αμερικανική εταιρία Intel έχει εκταμιεύσει το ποσό του 1ος δισεκατομμυρίου δολαρίων για επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη, η εταιρία Ford επίσης 1 δισεκατομμύριο δολάρια για τον ίδιο σκοπό, και, τέλος, η εταιρία Google έχει υπολογιστεί ότι έχει επενδύσει έως 30 δισεκατομμύρια δολάρια, το έτος 2016, κυρίως για έρευνα στο πεδίο της τεχνητής νοημοσύνης. Για τα παραπάνω αλλά και περισσότερα στοιχεία περί της οικονομικής/επενδυτικής διάστασης της τεχνητής νοημοσύνης, βλ. McKinsey Global Institute, ”Artificial Intelligence: The Next Digital Frontier? ” (2017), διαθέσιμο σε https://www.mckinsey.com.
[10] Ενδεικτικώς, στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βλ. το πόρισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, “European Parliament resolution of 12 February 2019 on a comprehensive European industrial policy on artificial intelligence and robotics”, διαθέσιμο σε http://www.europarl.europa.eu. Από τις Ασιατικές χώρες, βλ. το παράδειγμα της Ιαπωνίας, σε: Future of Life Institute, “AI Policy – Japan”, June 2018, διαθέσιμο σε https://futureoflife.org. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, βλ. Dizikes P., “AI, the law and our future”, January 2018, διαθέσιμο σε http://news.mit.edu.