*Το παρόν άρθρο συντάχθηκε τον Ιανουάριο του 2022 πολύ πριν τα γεγονότα της Ουκρανίας.
Η Γαλλία από καιρό έχει ξεκινήσει μια φιλόδοξη προσπάθεια εξομάλυνσης των διμερών σχέσεών της με την Ιταλία, προτού η νέα γερμανική κυβέρνηση συνασπισμού βρει τα πατήματά της στη διεθνή σκηνή, εκμεταλλευόμενη το πρόσφορο κλίμα επαφών Μακρόν – Ντράγκι. Οι ενέργειες αυτές οδήγησαν στη σύναψη μιας συνθήκης σταθμό: τη Συνθήκη του Κυρηνάλιου (Quirinale Treaty) η οποία υπεγράφη στις 26 Νοεμβρίου 2021 στο Παλάτσο ντελ Κουιρινάλε της Ρώμης.
Αξιωματούχοι των δύο χωρών συγκρίνουν τη νέα συνθήκη με την ιστορική Συνθήκη των Ηλυσίων μεταξύ Γαλλίας και Δυτικής Γερμανίας, η οποία υπεγράφη από τον Σαρλ ντε Γκωλ και τον Κόνραντ Αντενάουερ το 1963 και συνέδραμε στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η αλήθεια είναι ότι με τη Συνθήκη του Κυρηνάλιου, Παρίσι και Ρώμη κατέστησαν σαφές ότι επιδιώκουν την ενίσχυση της ανάπτυξης των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου ενώ ταυτόχρονα προλειαίνουν το έδαφος για τη μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης παρακάμπτοντας τις επιφυλάξεις των «φειδωλών» του ευρωπαϊκού Βορρά.
«Η συνθήκη… σηματοδοτεί μια ιστορική στιγμή στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών μας. Η Γαλλία και η Ιταλία εδραιώνουν περαιτέρω τους διπλωματικούς, εμπορικούς, πολιτικούς και πολιτιστικούς δεσμούς τους,» δήλωσε ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι.
«Ο στόχος που ακολουθούμε … είναι να έχουμε μια πιο ισχυρή και κυρίαρχη Ευρώπη… Μια Ευρώπη που ξέρει πώς να προστατεύει τα σύνορά της και να υπερασπίζεται τον εαυτό της,» πρόσθεσε ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν.
Συσχετισμός με ελληνογαλλική συμφωνία
Η υπογραφείσα συνθήκη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφού ακολούθησε το Ελληνογαλλικό Σύμφωνο Αμυντικής Συνεργασίας (28 Σεπτεμβρίου 2021) με το οποίο έχει αρκετά κοινά στοιχεία.
Χωρίς διάθεση υποβάθμισης της ελληνογαλλικής συμφωνίας, η οποία δικαίως χαρακτηρίστηκε ως «ιστορική», είναι πρόδηλο ότι οι Γάλλοι προσέδωσαν μεγαλύτερο κύρος στη συμφωνία τους με τους Ιταλούς, δεδομένου ότι αφορά σε μια χώρα με ισχυρό γεωπολιτικό δυναμικό και διόλου αμελητέο ειδικό βάρος εντός και εκτός της ΕΕ. Δεν αποκλείεται βέβαια η εμπειρία της ελληνογαλλικής συμφωνίας να αποτυπώθηκε στο διευρυμένο και ορθότερα δομημένο περιεχόμενο της Συνθήκης του Κυρηνάλιου. Η συνθήκη έχει δώδεκα άρθρα που αφορούν μεταξύ άλλων, τον πολιτισμό και τις τέχνες, τις επιστήμες και την εκπαίδευση, το μεταναστευτικό, την πράσινη ανάπτυξη, την αμυντική βιομηχανία, το διμερές εμπόριο, την πολιτική προστασία, την ανταλλαγή πληροφοριών, τη διασυνοριακή συνεργασία, τη σύγκλιση πολιτικών/δράσεων στο πεδίο της Μεσογείου και της Αφρικανικής ηπείρου, το διάστημα, τον κυβερνοχώρο κ.α.
Η ρήτρα αμυντικής συνδρομής
Ένα από τα κοινά σημεία με την ελληνογαλλική συμφωνία το οποίο έχει εξέχουσα θέση στη συνθήκη, αφορά στην ρήτρα αμυντικής/στρατιωτικής συνδρομής η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη (sic) βάσει των αναλύσεων της στρατηγικής θεωρίας. Το επίμαχο Άρθρο 2§1 έχει λοιπόν ως εξής:
«Άρθρο 2§1. Ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, εδραιώνοντας τον ευρωπαϊκό πυλώνα του ΝΑΤΟ. Τα συμβαλλόμενα μέρη Δυνάμει του Άρθρου 5 της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού και του Άρθρο 42 παράγραφος 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλληλοβοηθούνται σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης στην κυριαρχία τους (territoires). Τα μέρη συμβάλλουν σε διεθνείς αποστολές διαχείρισης κρίσεων συντονίζοντας τις αποστολές τους».
Το αντίστοιχο Άρθρο 2 του Ελληνογαλλικού Συμφώνου Αμυντικής Συνεργασίας αναφέρει:
«Άρθρο 2. Τα μέρη παρέχουν το ένα στο άλλο βοήθεια και συνδρομή, με όλα τα κατάλληλα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, κι εφόσον υφίσταται ανάγκη με τη χρήση ένοπλης βίας, εάν διαπιστώσουν από κοινού ότι μία ένοπλη επίθεση λαμβάνει χώρα εναντίον της επικράτειας ενός από τα δύο, σύμφωνα με το Άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».
Σημειώνεται ότι εδώ γίνεται αναφορά μόνο στο Άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (δικαίωμα της ατομικής ή συλλογικής νόμιμης άμυνας σε περίπτωση που ένα μέλος δέχεται ένοπλη επίθεση). Παραλείπεται το Άρθρο 5 της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού (σε περίπτωση ένοπλης επιθέσεως, κάθε μέλος του ΝΑΤΟ αναγνωρίζει το δικαίωμα της ατομικής ή συλλογικής αυτοάμυνας του Άρθρου 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και συνδράμει για την αποκατάσταση της ασφάλειας), για προφανείς λόγους εφόσον η Τουρκία είναι συμβαλλόμενο μέλος με ισχυρά ερείσματα (ειδικά υπό την ηγεσία Γενς Στολτενμπεργκ). Παραλείπεται επίσης και η αναφορά στο Άρθρο 42 παράγραφος 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (σε περίπτωση που κράτος μέλος της ΕΕ δεχθεί ένοπλη επίθεση στο έδαφός του, τα άλλα κράτη μέλη οφείλουν να παράσχουν βοήθεια και συνδρομή με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους σύμφωνα με το Άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών) που σε κάθε περίπτωση είναι σε ισχύ για την Ελλάδα.
Υπονατοϊκός θύλακος
Η προώθηση της Συνθήκης του Κυρηνάλιου (η οποία ήταν στα σκαριά από το 2017, αρκετό καιρό πριν την AUKUS [1, 2, 3]) αλλά και του Ελληνογαλλικού Σύμφωνου Αμυντικής Συνεργασίας (το οποίο δρομολογήθηκε στις 29 Ιανουαρίου 2020 κατά τη συνάντηση Μακρόν-Μητσοτάκη στο Παρίσι, αν και ο π. ΥΠΕΘΑ Πάνος Παναγιωτόπουλος αναφέρει ότι συζητήθηκε και κατά τις διαπραγματεύσεις για τις φρεγάτες Fremm το 2012-2013), αποδεικνύουν ότι η Γαλλία επί χρόνια επιχειρεί να οικοδομήσει έναν υπονατοϊκό θύλακο (όπως εξηγεί ο καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής Θεωρίας Ιωάννης Μάζης) με παράλληλη συγκρότηση Ευρωστρατού. Στις 19 Ιανουαρίου 2022, ο Πρόεδρος Μακρόν αναλύοντας τους στόχους της γαλλικής προεδρίας της ΕΕ δήλωσε ότι «η Ευρώπη πρέπει να εξοπλιστεί όχι από δυσπιστία έναντι των άλλων δυνάμεων αλλά για να εξασφαλίσει την ανεξαρτησία της σε έναν κόσμο βίας, για να μην υποστεί τις επιλογές άλλων, για να είναι ελεύθερη. Πρώτα απ’ όλα με τον έλεγχο των συνόρων διά της συγκρότησης μιας διακυβερνητικής δύναμης ταχείας επεμβάσεως». Μια κίνηση που το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν με ένα βαθμό καχυποψίας. Ίσως μάλιστα να μην επιλέχθηκε τυχαία η άκομψη ανακοίνωση/διαχείριση της AUKUS και πιθανώς αποσκοπούσε στο να στείλει ένα σαφές μήνυμα στη Γαλλία, η οποία εμφανίζεται να ορθώνει το ανάστημά της κατάτι ψηλότερα από εκεί που το επιθυμούν οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί με την σιωπηρή γερμανική συνηγορία. Στο ίδιο πλαίσιο -καίτοι αποδόθηκε στην παράληψη ακύρωσης του ελληνικού αιτήματος- είναι πιθανό να εντάσσεται και η εκπρόθεσμη κατάθεση «ανταγωνιστικής προσφοράς» των ΗΠΑ για τα εξοπλιστικά του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, η οποία εκτός των άλλων προμηνύει ζωηρό ενδιαφέρον και πιέσεις για το πρόγραμμα των κορβετών ή/και την αναβάθμιση των φρεγατών MEKO-200HN.
Τι σημαίνει «ανήκομεν εις την Δύσιν»;
Ο καθηγητής Γεωπολιτικής και Σύγχρονων Στρατιωτικών Τεχνολογιών Κωνσταντίνος Γρίβας σχολιάζοντας τη διπλωματικοπολιτική κινητικότητα/προσαρμοστικότητα της Γαλλίας, παρατηρεί ότι: «Χαλάει το αφήγημα της ενιαίας Δύσης στην οποία πρέπει να υποταχθούμε άνευ όρων αφού «ανήκουμε» σε αυτήν. Όταν αντιληφθείς την ευρωγενή Δύση όχι ως κάτι συμπαγώς μονολιθικό αλλά ως ένα πλουραλιστικό σχήμα με επιμέρους αρχιτεκτονικές μέσα σε αυτό, τότε αρχίζεις να αμφισβητείς το νοηματικό πυρήνα της υποταγής και αρχίζεις να σκέφτεσαι για συμμαχίες και διαφορετικές επιλογές που μπορείς να έχεις μέσα στη Δύση».
Μολονότι η ελληνική διπλωματία δείχνει προσφάτως να ανακάμπτει από τον παρατεταμένο λήθαργο, τα εύλογα ερωτήματα που ανακύπτουν είναι: Γιατί οι ελληνικές πολιτικές ηγεσίες δυσκολεύονται να αντιληφθούν τη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνουν οι ανακατατάξεις των συμμαχικών/εταιρικών συγκλίσεων ή αποκλίσεων που είναι απόρροια της μετατόπισης του παγκόσμιου γεωπολιτικού και γεωοικονομικού κέντρου βάρους από τη Δύση στην Ανατολή; Την παραβλέπουν συλλήβδην λόγω γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής αμβλύνοιας; Είναι ορθολογικό για ένα κράτος να λειτουργεί ως δορυφόρος ή εξάρτημα της Δύσης αντί να συμμετέχει και να συναλλάσσεται στη βάση των εθνικών προτεραιοτήτων; Είναι μήπως κράτος μειωμένης κυριαρχίας αυτό που τοποθετεί το εθνικό συμφέρον στην προκρούστεια κλίνη του «προβλέψιμου συμμάχου» ενώ αποκλίνει από «κόκκινες γραμμές» και εμφανίζεται διαλλακτικό ακόμη και στην υπεράσπιση θεμελιωδών κυριαρχικών δικαιωμάτων; Ή μήπως μια εναλλακτική εθνοκεντρική στρατηγική ενέχει πολιτικό ρίσκο χωρίς απαραίτητα να αποφέρει απτά εκλογικά οφέλη;
Εν προκειμένω, αποδεικνύεται ότι η αποφυγή σύστασης κρατικών επιτελείων παραγωγής στρατηγικής, απαλλαγμένων από κομματικές παρωπίδες, όπως για παράδειγμα το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας (ένα όργανο σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα αλλά προσαρμοσμένο στα ελληνικά δεδομένα), υπονομεύει το γεωπολιτικό δυναμικό της χώρας. Το νέο στρατηγικό σχέδιο του υπουργείου Εξωτερικών για την περίοδο 2022-2025 εκτιμάται ότι είναι στη σωστή κατεύθυνση αλλά δεν επαρκεί. Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών Παναγιώτης Ήφαιστος εύστοχα επισημαίνει ότι «οι συμμαχίες ακόμη και οι πιο αξιόπιστες δεν αναπληρώνουν την απουσία ή τα ελλείμματα μιας εθνικής στρατηγικής». Ενώ ο στοχαστής και θεωρητικός του πολέμου Παναγιώτης Κονδύλης στο βιβλίο του «Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο» (1992) ξεκαθαρίζει ότι «Καμία προστασία και καμία συμμαχία δεν κατασφαλίζει τελειωτικά οποίον βρίσκεται μαζί της σε σχέση μονομερούς εξάρτησης. Η αξία μιας συμμαχίας για μια ορισμένη πλευρά καθορίζεται από το ειδικό βάρος της πλευράς αυτής μέσα στο πλαίσιο της συμμαχίας. Ισχυροί σύμμαχοι είναι άχρηστοι σ’ όποιον δεν διαθέτει ο ίδιος σεβαστό ειδικό βάρος, εφ’ όσον ανάλογα με τούτο εδώ αυξομειώνεται το ενδιαφέρον των ισχυρών».
Ενίσχυση ελληνογαλλικής στρατηγικής εταιρικής σχέσης
Η υπογραφή της Συνθήκης του Κυρηνάλιου δύναται να αποτελέσει εφαλτήριο για τη σύναψη μιας νέας διευρυμένης ελληνογαλλικής συμφωνίας/συνθήκης με πρόβλεψη ενδεικτικά για (εκτενής ανάλυση υπερβαίνει τη στόχευση του άρθρου):
1.Μόνιμη εγκατάσταση γαλλικών δυνάμεων στην επικράτειά μας (ή/και στην Κυπριακή Δημοκρατία) με δυνατότητα άμεσης προβολής ισχύος στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο ασχέτως διαθεσιμότητας του γαλλικού αεροπλανοφόρου/στόλου που ενδέχεται να επιχειρεί οπουδήποτε ανά την υφήλιο,
2.Κοινές περιπολίες στις ελληνικές θαλάσσιες ζώνες. Πρόταση που ο ίδιος ο Γάλλος Πρόεδρος κατέθεσε δημοσίως το 2019, η οποία περιορίζει ταυτόχρονα και την παράνομη μετανάστευση και αλιεία,
3.Επέκταση της αμυντικής συνδρομής στην ΑΟΖ (υφιστάμενη και μελλοντικά οριοθετημένη) αλλά και επιπλέον πρόνοια για τα ενδιάμεσα στάδια (έλεγχο κλιμάκωσης) προ της ένοπλης σύρραξης,
4.Σαφή δέλεαρ για συνέργειες στην αμυντική βιομηχανία πέραν της αποτυπωμένης βούλησης για «μία βιομηχανική εταιρική σχέση που θα συμπεριλαμβάνει ελληνικές και γαλλικές αμυντικές εταιρείες» στο Άρθρο 25 της συμφωνίας,
5.Προσέλκυση γαλλικών επενδύσεων ιδιωτικών ή/και κρατικών με το συνακόλουθο άνοιγμα/έκθεση των γαλλικών τραπεζών στην ελληνική οικονομία που συνεργεί στην εμβάθυνση των συμπλεκόμενων συμφερόντων και συνιστά από μόνο του ένα δυναμικό κίνητρο για γεωστρατηγική σύμπλευση,
6.Ευνοϊκότερες συνθήκες για τους γαλλικούς ενεργειακούς κολοσσούς. Υπόθεση αλληλένδετη με το μείζον ζήτημα της έρευνας/εξόρυξης υδρογονανθράκων και την υπονομευτική ενεργειακή πολιτική που δαιμονοποιεί το φυσικό αέριο προκρίνοντας την ακροσφαλή εξάρτηση στις ΑΠΕ, αγνοώντας τις προκαταρτικές επιστημονικές εκτιμήσεις του ενεργειακού πλούτου της χώρας (1, 2, 3 ενδεικτικά). Πολιτική που ταυτόχρονα αδρανοποιεί ένα ισχυρό γεωοικονομικό εργαλείο δυνητικών συμμαχικών συγκλίσεων, διασφάλισης οικονομικής ισχύος και θωράκισης της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας. Ας σημειωθεί ότι επί του παρόντος η Τουρκία ελέγχει περί το 70% της ροής του φυσικού αερίου (το οποίο καλύπτει το 50% της ηλεκτροπαραγωγής) προς την Ελλάδα, με ότι αυτό συνεπάγεται.
7.Εργαλειοποίηση του αποθέματος ήπιας ισχύος της χώρας μας με κοινά προγράμματα εκπαίδευσης/έρευνας πανεπιστημιακού επιπέδου όπως προβλέπεται και στη Συνθήκη του Κυρηνάλιου (Άρθρο 8). Σύσταση νέων (υποστήριξη/διεύρυνση των υφιστάμενων) διιδρυματικών προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών, καθώς και συνεργασία διδακτορικών/μεταδιδακτορικών ερευνών, με έμφαση στους τομείς της άμυνας, της ασφάλειας και της τεχνολογίας.
8.Συνεργασία στην πολιτική προστασία (όμοια με το Άρθρο 4 της Συνθήκης του Κυρηνάλιου) για την οργάνωση/ανάπτυξη του μηχανισμού κατάσβεσης δασικών πυρκαγιών και τη διαχείριση/πρόληψη φυσικών καταστροφών και ατυχημάτων.
9.Δημιουργία μηχανισμού πρόληψης και αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης όπως αυτές που παρατηρήθηκαν στα σύνορα της Ελλάδας και της Πολωνίας το 2020 και το 2021 αντίστοιχα.
Τριμερής συν 1
Παράλληλα με την ενίσχυση της ελληνογαλλικής στρατηγικής εταιρικής σχέσης, η Συνθήκη του Κυρηνάλιου δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις και για μια τριμερή συμφωνία/συνθήκη Ελλάδας-Γαλλίας-Ιταλίας (αν όχι τετραμερή, με τη συμμετοχή και της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιτυγχάνοντας την αναγκαία γεωπολιτική και αμυντική σύζευξη και την ενεργοποίηση ενός διευρυμένου Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού Χώρου), εφόσον εμφορούνται από το ίδιο πνεύμα συνεργασίας και σύμπνοιας οι διμερείς συμφωνίες, ειδικά μετά το διπλωματικό momentum της κυρωμένης ελληνοϊταλικής συμφωνίας οριοθέτησης ΑΟΖ, αλλά και την αντιπάθεια Ντράγκι για το καθεστώς Ερντογάν. Είναι πρόδηλο ότι τα χρονικά περιθώρια για τις όποιες ενέργειες είναι εξαιρετικά περιορισμένα δεδομένης της αστάθειας της κυβέρνησης Ντράγκι αλλά και των γαλλικών προεδρικών εκλογών τον Απρίλιο του 2022. Επιπλέον, οι στενοί δεσμοί της Ιταλίας με την Τουρκία (οι οποίοι διατηρήθηκαν ακόμη και όταν η Τουρκία παρενέβη με πολεμικά πλοία και παρεμπόδισε τις εργασίες του γεωτρύπανου της ENI στο Οικόπεδο 3 της κυπριακής ΑΟΖ το 2013) θα απαιτήσουν χειρουργικούς χειρισμούς συνεπικουρούμενους από σημαντικά αντισταθμιστικά οφέλη (μέριμνα ώστε να συμπλέκονται τα ελληνοϊταλικά συμφέροντα σε βάθος χρόνου) που ούτως ή άλλως είναι χρήσιμο να υπάρχουν στο τραπέζι για να διαρρήξουν αυτήν τη σχέση.
Η προώθηση μιας τριμερούς δεν σημαίνει ότι η ελληνογαλλική συμφωνία είναι μια «ανεπαρκής» συμφωνία. Αυτό που υπερθεματίζεται είναι ότι αφ’ ενός οι εθνικοί στόχοι δύναται και πρέπει να επεκταθούν πέραν της παθητικής αυτοσυντήρησης και αφ’ ετέρου ότι, η βαρύτητα/χρησιμότητα της όποιας συμφωνίας υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη τις εκάστοτε συνθήκες που είτε την ενισχύουν, είτε την αποδυναμώνουν. Όπερ σημαίνει ότι η Συνθήκη του Κυρηνάλιου μπορεί να ενεργήσει ανταγωνιστικά εάν για παράδειγμα η δική μας ολιγωρία επιτρέψει στην Ιταλία να μετατοπίσει τη Γαλλία εγγύτερα στις τουρκικές θέσεις. Υπό αυτό το πρίσμα η ασφαλέστερη οδός για την Ελλάδα θα ήταν ένα συμπαγές τριμερές (συν 1) σχήμα που να ενθαρρύνει την εγγενή τάση της Γαλλίας για ηγετικό ρόλο στην ΕΕ, δεδομένης και της διαφαινόμενης αποκλίνουσας κινητικότητας του γαλλογερμανικού άξονα (δεν είναι τυχαίο ότι οι θορυβημένοι Γερμανοί επιχειρούν αντισταθμιστικές κινήσεις έναντι της Συνθήκης του Κυρηνάλιου), ανεξαρτήτως από το ποιά θα είναι η επόμενη γαλλική κυβέρνηση. Διευκρινίζεται δε ότι εάν η Γαλλία εμφανιστεί αρνητική ή παρελκυστική στην προοπτική μιας τριμερούς, τότε η κατάσταση περιπλέκεται και απαιτείται βαθύτερη αιτιακή ανάλυση πέραν της παρούσης.
Επιπλέον, η σκληρή ισχύς Ελλάδας-Γαλλίας-Ιταλίας λαμβάνει άνω του 60% της συνολικής ισχύος της ΕΕ και επομένως είναι λογικό οι Γάλλοι να επιδιώκουν τη συνδρομή Ελλάδας-Ιταλίας στην ευρωπαϊκή αμυντική χειραφέτηση υλοποιώντας το όραμα του Ευρωστρατού. Έτσι εισάγεται και ένα επιπρόσθετο έρεισμα στην προώθηση μιας τριμερούς η οποία παράλληλα αμβλύνει τα όποια αναχώματα αντίστασης εγείρει η Ιταλία έναντι των γαλλικών σχεδιασμών για τη Μεσόγειο.
Η Μεσόγειος ως γέφυρα
Η Γαλλία ήδη από το 2008 εκδήλωσε την πρόθεσή της για διακρατικές δράσεις στη Μεσόγειο συστήνοντας την «Union pour la Méditerranée» η οποία αποσκοπούσε στη συνεργασία/διάλογο των κρατών μελών της ΕΕ με τις αραβικές και μη παραμεσόγειες χώρες καθώς και το Ισραήλ. Η εν λόγω εξαιρετικά φιλόδοξη πρωτοβουλία βέβαια δεν ευοδώθηκε προσκρούοντας στην πολυσύνθετη αρχιτεκτονική ασφάλειας της περιοχής, και στις περιορισμένες/εύθραυστες σχέσεις ορισμένων εκ των εμπλεκομένων κρατών. Παρά ταύτα διατυπώθηκαν ξεκάθαρα οι γαλλικές βλέψεις οι οποίες καταδεικνύουν ότι οι συμφωνίες με Ελλάδα-Ιταλία δεν ήταν συγκυριακά ή αντανακλαστικά φαινόμενα. Αντιθέτως, συναποτελούν επιμέρους στοιχεία της ίδιας γαλλικής στρατηγικής που οικοδομείται βαθμηδόν (ενεργοποιήθηκε με έναυσμα την AUKUS) και στοχεύει συγχρόνως και στην περίσφιξη/ανάσχεση (containment) της Τουρκίας, με την οποία έχει αντικρουόμενα συμφέροντα. Προς τούτο, ένα τριμερές συν 1 σχήμα δημιουργεί την ιδανική «ζώνη περίσφιξης/ανάσχεσης» της Τουρκίας ακυρώνοντας το ανυπόστατο και μαξιμαλιστικό Δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας. Δεδομένου μάλιστα ότι η τριμερής συν 1, Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ-Αμερικής, υποβαθμίστηκε με το non-paper του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που αποσύρει την αμερικανική υποστήριξη στον αγωγό EastMed, ένα εναλλακτικό τριμερές συν 1 σχήμα καθίσταται ακόμη πιο αναγκαίο για το σκοπό αυτό.
Τέλος, η γεωστρατηγική αξία της Μεσογείου για τη Γαλλία, εκτός των πλούσιων ενεργειακών κοιτασμάτων της Θάλασσας του Λεβάντε, έγκειται -και- στο γεγονός ότι λειτουργεί ως γέφυρα που την ενώνει με την αφρικανική ήπειρο και το αποικιακό/αυτοκρατορικό παρελθόν της. Εν παραλλήλω, από την Αφρική και δη το Σαχέλ και το Νίγηρα, προέρχεται περί το 45-50% του Ουρανίου που απαιτείται για τα γαλλικά πυρηνικά εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία καλύπτουν το 70% των ενεργειακών αναγκών της χώρας (1, 2). Κατά συνέπεια, ο έλεγχος της Μεσογείου συνιστά μείζον ζήτημα ενεργειακής ασφάλειας για τη Γαλλία. Μια άλλη πτυχή αφορά και στα πλούσια κοιτάσματα χρυσού του Σουδάν, Τσαντ και Νίγηρα τα οποία αποτελούν μήλον της έριδος. Οι όποιες διπλωματικοπολιτικές διεργασίες και αποφάσεις που αφορούν το Σαχέλ και την Αφρική εν γένει, είναι απαραίτητο να συνυπολογίζουν όλες τις παραμέτρους.
Επιλογικά
-Οι στρατηγικές εταιρικές σχέσεις απαιτούν ανατροφοδότηση/ενίσχυση και όποτε κρίνεται αναγκαίο να αναδιαμορφώνονται, έτσι ώστε να αποφευχθεί η υποβάθμισή τους σε αναλώσιμες/καιροσκοπικές.
-Ενέχει κινδύνους οι διεθνείς συμφωνίες να προβάλλονται με τρόπο που να καλλιεργεί την εσφαλμένη αίσθηση ασφάλειας. Είναι απαραίτητη η ερμηνεία και ανάλυσή τους με ρεαλιστικά κριτήρια. Η αμυντική συνδρομή είναι ένα ισχυρό εργαλείο, καίτοι στη στρατηγική ανάλυση δεν θεωρείται αυτόματη, δεδομένη και εγγυημένη, εφόσον εξαρτάται από τα εκάστοτε στρατηγικά συμφέροντα. Οι συμμαχικές συγκλίσεις είναι οπωσδήποτε ενισχυτικές αλλά καμία συμφωνία δεν δύναται να καλύψει την έλλειψη βούλησης υπεράσπισης της εθνικής ακεραιότητας ενός κράτους. Ο Hans Morgenthau, ένας από τους διαμορφωτές της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, διευκρινίζει ότι «βιώσιμο είναι εκείνο το κράτος το οποίο διαθέτει επαρκή ισχύ και εθνική στρατηγική για να εφαρμόζει τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου που αφορούν την κυριαρχία της Επικράτειάς του».
-Η ελαφρότητα της θεσμικής Ευρώπης που δικαιώνει τον χαρακτηρισμό της ως «πολιτικό νάνο», σε συνδυασμό με την αμερικανική ριζική ανασύνταξη δυνάμεων (1, 2), δημιουργούν ευκαιρίες αλλά και κινδύνους στην ευρύτερη περιοχή μας επιτείνοντας την ανάγκη για προδραστικές (proactive) ενέργειες στρατηγικού χαρακτήρα.
-Οι αναχρονιστικές και επιφανειακές αναγνώσεις του αναδυόμενου νέου πολυπολικού διεθνούς συστήματος, υπονομεύουν το γεωπολιτικό δυναμικό της χώρας, και απαιτούν μια εκ βάθρων αναδιαμόρφωση του συστήματος λήψης αποφάσεων. Όπως εμφατικά τόνιζε ο Περικλής: «περισσότερο φοβούμαι τα ιδικά μας σφάλματα παρά τα σχέδια των εχθρών μας» (Θουκυδίδου Α144).