Ενδεχόμενες επιδράσεις στον ανταγωνισμό από τις εξαγορές καινοτόμων / νεοφυών επιχειρήσεων από ψηφιακούς γίγαντες

1. Εισαγωγή

Το παρόν άρθρο πραγματεύεται τις επιδράσεις που προκαλούνται στον ανταγωνισμό ως αποτέλεσμα εξαγορών μικρών νεοφυών/καινοτόμων επιχειρήσεων (startup companies) από εδραιωμένες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ψηφιακής οικονομίας (γνωστοί και ως τεχνολογικοί γίγαντες). Επιπλέον, εξετάζεται κατά πόσο το ισχύον ενωσιακό νομικό πλαίσιο που διέπει τον προληπτικό έλεγχο συγκεντρώσεων επιχειρήσεων καλύπτει τις εν λόγω εξαγορές.

Η δομή του άρθρου έχει ως ακολούθως: Στην Ενότητα 2 παρουσιάζεται συνοπτικά ο Κανονισμός (ΕΚ) 139/2004 που αφορά τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, με ειδική αναφορά στην πρόσφατη ερμηνεία του άρθρου 22 που αφορά την δυνατότητα παραπομπής συγκεντρώσεων από τα κράτη μέλη (Κ-Μ) στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στην Ενότητα 3 γίνεται αναφορά στην Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές, και ειδικότερα στις υποχρεώσεις των Πυλωρών για ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με όλες τις εξαγορές επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον ψηφιακό τομέα. Στην Ενότητα 4 αναλύονται διάφορες θεωρίες βλάβης, σχετιζόμενες με τις δολοφονικές εξαγορές. Τέλος, στην Ενότητα 5 περιλαμβάνονται τα καταληκτικά σχόλια.

2. Προληπτικός έλεγχος συγκεντρώσεων επιχειρήσεων βάσει του Κανονισμού (ΕΚ) αρ. 139/2004

Ο Κανονισμός (ΕΚ) 139/2004 αποσκοπεί στον προληπτικό έλεγχο των συγκεντρώσεων επιχειρήσεων προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι συνεπαγόμενες διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά δεν θα προκαλέσουν σημαντική παρακώλυση στον αποτελεσματικό ανταγωνισμό εντος της εσωτερικής αγοράς ή σε σημαντικό τμήμα αυτής.

Σημειώνεται ότι η έννοια της συγκέντρωσης περιλαμβάνει τις συγχωνεύσεις, τις εξαγορές και τη δημιουργία κοινών επιχειρήσεων (joint ventures) που εκπληρώνουν σε μόνιμη βάση όλες τις λειτουργίες μιας αυτόνομης οικονομικής οντότητας.

Στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 εμπίπτουν μόνο οι συγκεντρώσεις επιχειρήσεων που έχουν ενωσιακή διάσταση. Συγκεκριμένα, ενωσιακή διάσταση έχουν οι συγκεντρώσεις επιχειρήσεων που πληρούν τα ακόλουθα ποσοτικά επί των κύκλο εργασιών κριτήρια:

  • Ο συνολικός παγκοσμίως κύκλος εργασιών όλων των συμμετεχουσών επιχειρήσεων πρέπει να υπερβαίνει τα €5 δις και δύο τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις πραγματοποιούν κάθε μια χωριστά κύκλο εργασιών που υπερβαίνει ενωσιακά τα €250 εκ. σωρευτικά (Άρθρο 1(2) Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004).

 

  • Ο συνολικός παγκόσμιος κύκλος εργασιών όλων των συμμετεχουσών επιχειρήσεων υπερβαίνει τα €2,5 δις και ο συνολικός κύκλος εργασιών που πραγματοποιούν όλες οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις σε κάθε ένα από τρία τουλάχιστον κράτη μέλη, υπερβαίνει τα €100 εκ και σε κάθε ένα από τα τρία τουλάχιστον κράτη μέλη, δύο τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις πραγματοποιούν κάθε μια χωριστά συνολικό κύκλο εργασιών άνω των €25 εκ. και δύο τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις πραγματοποιούν κάθε μια χωριστά κύκλο εργασιών εντός της ΕΕ που υπερβαίνει τα €100 εκ. σωρευτικά (Άρθρο 1(3) Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004).

 

μια συγκέντρωση που ικανοποιεί τα πιο πάνω ποσοτικά κριτήρια δεν έχει ενωσιακή διάσταση όταν τα 2/3 του συνολικού κύκλου εργασιών κάθε μίας από τις εμπλεκόεμνες επιχείρησης πραγματοποιούνται στο ίδιο Κ-Μ.

Ακόμη και αν δεν ικανοποιούνται τα παραπάνω, οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν μέσω αιτιολογημένης αναφοράς από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει την συγκέντρωση με πλήρη συναίνεση των Κ-Μ, νοουμένου ότι η συγκέντρωση επηρεάζει τουλάχιστον τρία Κ-Μ (Άρθρο 4 Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004).

Επιπροσθέτως, ένα ή περισσότερα Κ-Μ μπορούν να ζητήσουν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει μια συγκέντρωση η οποία δεν έχει ενωσιακή διάσταση, αλλά επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ των Κ-Μ και απειλεί να επηρεάσει σημαντικά τον ανταγωνισμό στο έδαφος του Κ-Μ ή των Κ-Μ που υποβάλλουν τη σχετική αίτηση (Άρθρο 22 Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004).

Η αρχική ερμηνεία που εδόθη στην προαναφερθείσα πρόνοια του Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 ήταν ότι τα Κ-Μ μπορούν να παραπέμψουν συγκεντρώσεις που δεν είχαν ενωσιακή διάσταση, αλλά ικανοποιούσαν τα εθνικά κατώφλια / όρια κοινοποίησης συγκέντρωσης βάσει του εθνικού δικαίου που διέπει τον έλεγχο συγκεντρώσεων επιχειρήσεων.

Εντούτοις, η εν λόγω ερμηνεία διευρύνθηκε ώστε να δίδεται πλέον η δυνατότητα στα Κ-Μ να παραπέμψουν συγκεντρώσεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή οι οποίες δεν έχουν ούτε ενωσιακή διάσταση ούτε ικανοποιούν τα εθνικά όρια κοινοποίησης των Κ-Μ βάσει του εθνικού της δικαίου. Σχετική με το θέμα αυτό είναι η πρόσφατη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση Τ-227/21, Illumina, Incv Ευρωπαϊκής Επιτροπής καθώς και η Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφορικά με την εφαρμογή του μηχανισμού παραπομπής του άρθρου 22 του κανονισμού συγκεντρώσεων σε ορισμένες κατηγορίες συγκεντρώσεων (2021/C 113/01).

 Η εξέλιξη αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις περιπτώσεις των δολοφονικών εξαγορών οι οποίες εξαιτίας του χαμηλού κύκλου εργασιών της εξαγοραζόμενης καινοτόμας / νεοφυούς επιχείρησης ενδεχομένως να μην ικανοποιούν τα εθνικά όρια κοινοποίησης των Κ-Μ και ως εκ τούτου να εκφεύγουν του προληπτικού ελέγχου των εθνικών αρχών ανταγωνισμού. Όπως θα επεξηγηθεί παρακάτω, μια πηγή πληροφόρησης των Κ-Μ για τέτοιες συγκεντρώσεις αποτελεί η Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές.

3. Υποχρεώσεις ενημέρωσης των πυλωρών στην Ευρωπαϊκής Επιτροπής βάσει της Πράξης για τις Ψηφιακές Αγορές (DMA)

Η Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές (Κανονισμός 2022/1925) θεσπίζει κανόνες για τις ψηφιακές πλατφόρμες που ενεργούν ως ρυθμιστές πρόσβασης στον ψηφιακό τομέα (γνωστοί ως πυλωροί). Οι εν λόγω πλατφόρμες έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά καθότι αποτελούν σημαντικές ψηφιακές πύλες για τους επιχειρηματικούς χρήστες για να προσεγγίσουν τους τελικούς χρήστες και να διαθέσουν τα προϊόντα / υπηρεσίες τους.

Προκειμένου να διασφαλιστεί ένα ισότιμο πεδίο άσκησης ανταγωνισμού, η εν λόγω Πράξη επιβάλλει συγκεκριμένες υποχρεώσεις στους πυλωρούς. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνεται και η υποχρέωση των πυλωρών να ενημερώνουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή επί των σχεδιαζόμενων συγκεντρώσεων ψηφιακής φύσεως (άρθρο 14, Πράξη για Ψηφιακές Αγορές), ανεξαρτήτως εάν συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις κοινοποίησης τους ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βάσει του Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 ή στις εθνικές αρχές ανταγωνισμού των Κ-Μ βάσει του εθνικού τους δικαίου. Ακολούθως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κοινοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες στις εθνικές αρχές ανταγωνισμού των Κ-Μ, οι οποίες δύναται να παραπέμψουν τις σχετικές συγκεντρώσεις για εξέταση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 22 του Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004.

Συνεπώς, η Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές αποτελεί μια πρόσθετη πηγή πληροφόρησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και κατ’ επέκταση των Κ-Μ επί των σχεδιαζόμενων συγκεντρώσεων. Οι εν λόγω πληροφορίες σε συνδυασμό με την νέα ερμηνεία του άρθρου 22 του Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 μπορούν να οδηγήσουν στην εξέταση δολοφονικών εξαγορών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή οι οποίες διαφορετικά να μην ήταν εις γνώση των εθνικών αρχών ανταγωνισμού.

4. Θεωρίες βλάβης σχετιζόμενες με τις δολοφονικές εξαγορές

Στην παρούσα ενότητα παρουσιάζονται και επεξηγούνται οι πιθανές θεωρίες βλάβης (theories of harm) επί των δολοφονικών εξαγορών. Σημειώνεται ότι με τις θεωρίες βλάβης ουσιαστικά αποκαλύπτονται οι τρόποι με τους οποίους μια συγκέντρωση δύναται να επηρεάσει τη δομή της αγοράς, σε βαθμό που να προκαλεί σημαντική παρακώλυση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού.

Οι παραδοσιακές θεωρίες βλάβης επικεντρώνονται στην αύξηση της ισχύος μιας επιχείρησης μετά την συγκέντρωση (π.χ. της αποκτώσας επιχείρησης σε περίπτωση εξαγοράς) κατά τρόπο που να είναι πιθανή η αύξηση των τιμών ή/και η στρέβλωση άλλων κρίσιμων παραμέτρων άσκησης ανταγωνισμού, όπως είναι η ποιότητα των προσφερόμενων προϊόντων / υπηρεσιών και η αποδυνάμωση των κινήτρων για ανάληψη καινοτόμων δραστηριοτήτων.

Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις ψηφιακές αγορές στις οποίες οι καινοτομίες αποτελούν σημαντική παράμετρο ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων. Συναφώς, μια σημαντική θεωρία ζημίας που αφορά τις δολοφονικές εξαγορές, σχετίζεται με τα κίνητρα της αποκτώσας επιχείρησης να τερματίσει την καινοτόμα δράση της εξαγορασθείσας νεοφυούς επιχείρησης ώστε να περιοριστεί η δυνητική απειλή άσκησης ανταγωνισμού από μέρους της στο μέλλον. Ως αποτέλεσμα οι καταναλωτές αποστερούνται ένα καινοτόμο προϊόν / υπηρεσία καθώς και των ωφελειών που θα προέκυπταν στο μέλλον από την αυξημένη ανταγωνιστική ένταση στην αγορά (π.χ. υψηλότερη ποιότητα ή χαμηλότερες τιμές προϊόντων).

Αντίστοιχες επιδράσεις δύναται να προκληθούν στην αγορά και στην περίπτωση όπου η αποκτώσα επιχείρηση τερματίσει την δική της καινοτόμα δράση διατηρώντας την καινοτόμα δράση μόνο της εξαγορασθεισα νεοφυούς επιχείρησης (γνωστή στην βιβλιογραφία ως reverse killer acquisitions).

Μια πρόσθετη θεωρία ζημίας σχετίζεται με την περίπτωση όπου μετά την συγκέντρωση των επιχειρήσεων, η εδραιωμένη αποκτώσα επιχείρηση μέσω της αξιοποίησης των καναλιών διανομής των προϊόντων / υπηρεσιών της, ενισχύει την εξαγορασθείσα / νεοφυή επιχείρηση, αυξάνοντας την πιθανότητα επιτυχίας της καινοτόμου δράσης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της επίσπευσης της κυκλοφορίας στην αγορά του καινοτόμου προϊόντος / υπηρεσίας σε ευρεία κλίμακα. Ως αποτέλεσμα, προκαλούνται πρόσθετα εμπόδια εισόδου ανταγωνιστικών καινοτόμων επιχειρήσεων στην αγορά.

Σημειώνεται ότι η τελευταία παρατήρηση σε σχέση με τα εμπόδια εισόδου στην αγορά έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη ορισμένων καινοφανών θεωριών βλάβης οι οποίες σχετίζονται με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που παρουσιάζουν οι ψηφιακές αγορές (π.χ. δίπλευρος / πολύπλευρος χαρακτήρας αγοράς, επιδράσεις δικτύου, σημαντικός ρόλος των δεδομένων).

Για παράδειγμα στις περιπτώσεις που η αποκτώσα επιχείρηση συνιστά ρυθμιστή εισόδου (πυλωρός) σε ένα ευρύτερο ψηφιακό οικοσύστημα, η εξαγορά μιας νεοφυούς επιχείρησης μπορεί να προκαλέσει πρόσθετα εμπόδια εισόδου άλλων ανταγωνιστικών νεοφυών επιχειρήσεων στο εν λόγω οικοσύστημα. Αυτή η εξέλιξη είναι δυνατόν να οδηγήσει σε εγκλωβισμό των χρηστών του εν λόγω οικοσυστήματος με συγκεκριμένα προϊόντα / υπηρεσίες που παρέχονται από την επιχείρηση-πυλωρό.

Επιπρόσθετα, ως αποτέλεσμα της μείωσης της ανταγωνιστικής έντασης εξαιτίας των δολοφονικών εξαγορών, είναι πιθανόν να περιοριστούν τα κίνητρα των ανταγωνιστών για παροχή ποιοτικών υπηρεσιών στην ψηφιακή αγορά, συμπεριλαμβανομένου και του ανεπαρκούς βαθμού προστασίας των δεδομένων των χρηστών ή/και τη συγκέντρωση μεγαλύτερου όγκου δεδομένων από τους χρήστες από αυτή που πραγματικά είναι αναγκαία για την λειτουργία μιας ψηφιακής πλατφόρμας. Επομένως, μια δολοφονική εξαγορά μπορεί να οδηγήσει σε στρέβλωση των κινήτρων για τη βέλτιστη προστασία των δεδομένων των χρηστών.

Από την άλλη, ως αποτέλεσμα μιας δολοφονικής εξαγοράς η αποκτώσα εδραιωμένη επιχείρηση μπορεί να ενισχύσει τη θέση της στην αγορά μέσω της πρόσβασης σε μεγάλο όγκο δεδομένων σημαντικής εμπορικής αξίας (μεγάλα δεδομένα) που δύναται να έχει στην κατοχή της η εξαγορασθείσα νεοφυής επιχείρηση. Σημειώνεται, ότι η πρόσβαση σε μεγάλα δεδομένα ενδεχομένως να είναι απαραίτητη για την παροχή ποιοτικής ψηφιακής υπηρεσίας (π.χ. στοχευμένη διαφήμιση). Επομένως, η μη πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα ή/και η μη πρόσβαση σε μεγάλο όγκο των εν λόγω δεδομένων, ενδεχομένως να αποτελεί εμπόδιο εισόδου στην αγορά.

5. Καταληκτικά σχόλια

Στο παρόν άρθρο εξετάστηκαν διάφορες θεωρίες ζημίας που σχετίζονται με τις δολοφονικές εξαγορές και η επάρκεια του υφιστάμενου νομικού πλαισίου που διέπει τον προληπτικό έλεγχο συγκεντρώσεων επιχειρήσεων να καλύψει τις εν λόγω περιπτώσεις εξαγορών.

Διαπιστώθηκε ότι πέραν από τους παραδοσιακούς τρόπους πρόκλησης βλάβης στον ανταγωνισμό, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των ψηφιακών αγορών είναι δυνατόν να προκύψουν και άλλοι καινοφανείς τρόποι επηρεασμού του ανταγωνισμού και των καταναλωτών.

Όσον αφορά το νομικό πλαίσιο που διέπει τον προληπτικό έλεγχο συγκεντρώσεων επιχειρήσεων, διαπιστώθηκε ότι η νέα ερμηνεία του άρθρου 22 του Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004, που αφορά στην παραπομπή συγκεντρώσεων από τα Κ-Μ για εξέταση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αυξάνει την πιθανότητα κάλυψης των δολοφονικών εξαγορών.

Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι η Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές μπορεί να αποτελέσει εργαλείο πληροφόρησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των Κ-Μ για την ύπαρξη δολοφονικών εξαγορών, που σε συνδυασμό με την νέα ερμηνεία του άρθρου 22 του Κανονισμού (ΕΚ) 139/2004, αυξάνει ακόμη περισσότερο την πιθανότητα κάλυψης των δολοφονικών εξαγορών από το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο.

Τέλος, είναι σημαντικό να παρατηρηθεί ότι ορισμένα Κ-Μ (π.χ. Γερμανία και Αυστρία) έχουν ήδη προχωρήσει στη θέσπιση νέων κριτηρίων κοινοποίησης συγκέντρωσης που σχετίζονται με την αξία της συναλλαγής που αφορά η πράξη συγκέντρωσης. Τα εν λόγω κριτήρια επιδιώκουν να διευρύνουν τον προληπτικό έλεγχο συγκεντρώσεων επιχειρήσεων, καλύπτοντας εξαγορές μικρών καινοτόμων / νεοφυών επιχειρήσεων οι οποίες έχουν μεγάλη αξία λόγω των μελλοντικών ανταγωνιστικών τους δυνατοτήτων που δεν αντανακλάται στον υφιστάμενο κύκλο εργασιών τους.

 

Το άρθρο ετοιμάστηκε στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης στην TrojanEconomics.

Print Friendly, PDF & Email
Ετικέτες: , ,