Ο κορονοϊός, ο αόρατος εχθρός, έφερε στην επιφάνεια και έναν ορατό εχθρό, τη ΒΙΑ, την έξαρση ψυχολογικής και σωματικής βίας, όπως αναφέρουν οι ειδικοί. Βομβαρδιζόμαστε συνεχώς από τα ΜΜΕ ότι κινδυνεύουμε από τον αόρατο εχθρό και ότι πρέπει να μείνουμε στα σπίτια μας, στα καταφύγια μας όπως ανέφερε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όπου θα είμαστε ασφαλείς, μέχρι να περάσει η ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ. Τί γίνεται όμως όταν τα σπίτια μας δεν αποτελούν πλέον καταφύγια;
Σύμφωνα με μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας του 2017, τα περιστατικά άσκησης βίας κατά των γυναικών υπερβαίνουν σε παγκόσμιο επίπεδο ακόμη και το 35 % σε σύγκριση με τα περιστατικά βίας άλλης μορφής. Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου εν καιρώ κορονοϊού, καθότι αναμενόταν αύξηση και έξαρση των ποσοστών κάθε μορφής βίας, γεγονός που δυστυχώς επαληθεύτηκε.
Αυτή είναι η κατάσταση που υποχρέωσε τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες να απευθύνει έκκληση στις κυβερνήσεις όλων των χωρών να προστατεύσουν τις γυναίκες και τα κορίτσια από τη συζυγική και ενδοοικογενειακή βία που αυξάνεται με την καραντίνα που έχει επιβληθεί για την αναχαίτιση της εξάπλωσης της πανδημίας. Έκανε έκκληση για εκεχειρία μέσα στο σπίτι και ζήτησε επίσης να τεθούν σε λειτουργία «συστήματα συναγερμού έκτακτης ανάγκης στα φαρμακεία και στα καταστήματα τροφίμων» που είναι τα μόνα στα οποία οι γυναίκες έχουν εύκολη πρόσβαση.
Αυξητική είναι η τάση στα τηλεφωνήματα στη γραμμή βοήθειας 1440 του ΣΠΑΒΟ ( Σύνδεσμος Πρόληψης και Αντιμετώπισης Βίας στην Οικογένεια), με καταγγελίες για βία να εντείνονται μέσα στην απομόνωση και πίσω από τις κλειστές πόρτες των σπιτιών ελέω της πανδημίας.
Όπως επισημαίνεται από ειδικούς, αν υπήρχε δυνατότητα συλλογής στοιχείων από τα νοσοκομεία της χώρας μας για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας τις ημέρες αυτές, θα διαπιστώναμε απίστευτα πράγματα. Η βία σε όλες τις εκφάνσεις της και ειδικότερα η ενδοοικογενειακή, χαρακτηρίζεται από υψηλό «σκοτεινό» αριθμό εγκληματικότητας, διότι οι περισσότερες μορφές βίας λαμβάνουν χώρα σε ένα πλαίσιο ιδιωτικότητας, εξού και η δυσκολία καταγραφής της. Εντούτοις δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που επισημάνθηκε είτε από φαρμακοποιούς, είτε από νοσηλευτές ή ιατρούς στη χώρα μας εν καιρώ κορονοϊού, ότι τους επισκέφθηκαν γυναίκες, απλά για να τους πουν το δράμα που αντιμετωπίζουν στο σπιτι, να ζητήσουν βοήθεια και να μιλήσουν για την ενδοοικογενειακή βία.
Σε ένα άλλο όμως επίπεδο, η Αστυνομία αναφέρει επίσης αυξητικό αριθμό παρακοής Διαταγμάτων Επικοινωνίας ανηλίκων παιδιών, κατ’ επίκληση κορονοϊού. Συγκεκριμένα, σε περιπτώσεις εν διαστάσει/διαζευγμένων γονέων, έχουν καταγραφεί πολλά παραδείγματα όπου γονείς που έχουν την φύλαξη του ανηλίκου, εμποδίζουν τον άλλο γονέα να ασκήσει το δικαίωμα της επικοινωνίας του, παρότι έγινε και ειδική πρόνοια από το Υπουργικό για το θέμα των εν διαστάσει/διαζευγμένων γονιών.Συγκεκριμένα ο Υφυπουργός Καινοτομίας και Έρευνας ανέφερε: «Έχουμε βάλει και μια επιλογή για άτομα που θέλουν να επισκεφθούν τα παιδιά τους επειδή οι γονείς είναι σε διάσταση ή μένουν χωριστά κλπ. Θα υπάρχει και αυτή η επιλογή ή θα βάλουν το 8 αποστέλλοντας μήνυμα στο 8998».
Μερικά από τα λίγα περιστατικά που παρουσιάστηκαν αφορούν περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, είτε λόγω του ότι τα παιδιά της οικογένειας έχουν πρόβλημα με ναρκωτικά και ξεσπούν με βία πάνω στους γονείς τους, είτε από τον συμβίο ή τον σύζυγο που ασκεί ψυχολογική ή σωματική βία στην συμβία ή στην σύζυγό του ή στα ανήλικα παιδιά.
Σε επικοινωνία που είχα με την Αστυνομία Λυκαβηττού, μου έχουν επισημάνει ότι τα αυξητικά κρούσματα βίας που είχαν εν καιρώ κορονοϊού, αφορούσαν περιστατικά ατόμων που δεν ήταν κυπριακής καταγωγής. Και γι’ αυτό θα μπορούσε να προβληθεί η εξήγηση ότι στην Κύπρο, ακόμη και αν ένα ζευγάρι αντιμετωπίζει προβλήματα ενδοοικογενειακής βίας, υπάρχει η επιλογή να χωρίσουν και να διαμένουν σε διαφορετικά σπίτια για όσο καιρό διαρκέσει η καραντίνα, για παράδειγμα στο πατρικό τους. Οι ξένοι όμως δεν έχουν αυτή την επιλογή .
Υπήρξε πρόσφατα καταγγελία από κοπέλα από τις Φιλιππίνες, ότι οι ηλικιωμένοι Κύπριοι εργοδότες της, την έδιωξαν γιατί φοβόντουσαν ότι θα τους κολλήσει κορονοϊό και δεν είχε πού να πάει…
Συγκρούσεις καταγράφηκαν και σε περιπτώσεις ξένων φοιτητών που συγκατοικούν, καθώς πολλές καταστάσεις επιδεινώθηκαν λόγω και της κακής οικονομικής τους κατάστασης εν καιρώ κορονοϊού…(«Αφού δεν προσφέρεις οικονομικά να φύγεις»). Μερικά ακραία φαινόμενα που καταγράφηκαν, αφορούν καταγγελίες ότι άτομα τα οποία πλέον δεν έχουν χώρο διαμονής, κάνουν μπάνιο με τα ντεπόζιτα της ταράτσας σε πολυκατοικίες…
Τέλος, ας μη ξεχνάμε και το χιουμοριστικό συμβάν που έγινε viral όπου ένας Ελλαδίτης ηλικιωμένος προτίμησε να επαναστατήσει στα περιοριστικά μέτρα που έθεσε η κυβέρνηση, αναφέροντας χαριτολογώντας ότι στο σπίτι του υπάρχει… χειρότερος κορονοϊός και προτιμούσε να κινδυνεύσει από τον πραγματικό κορονοϊό αντί να μείνει στο «καταφύγιο του».
Γι’ αυτό επιβάλλεται να σκεφτούμε λύσεις, έστω προσωρινές και έκτακτες, για την αντιμετώπιση αυτού του ορατού αυτού εχθρού, της ΒΙΑΣ, η οποία πάντα είναι καταδικαστέα, αλλά κυρίως εν καιρώ κορονοϊού.
Στην Ιταλία παρότι σημειώνει αύξηση η ενδοοικογενειακή βία λόγω του υποχρεωτικού εγκλεισμού, έχουν τεθεί ουσιαστικές πρωτοβουλίες όπως ο αριθμός-παρασύνθημα «1522» στον οποίο απευθύνονται χωρίς χρέωση όλες οι γυναίκες θύματα ψυχολογικής και σωματικής βίας. Αυτή η πρωτοβουλία έχει ήδη υιοθετηθεί στην Ισπανία και στην Γαλλία. Με τον τρόπο αυτό, λένε στον/στην φαρμακοποιό ότι είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας και οι υπεύθυνοι του φαρμακείου ειδοποιούν την Αστυνομία, ή δίνουν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες στη γυναίκα που κακοποιείται, ή δίνουν χρήσιμες πληροφορίες για την άμεση καταγγελία των βίαιων συντρόφων, πατεράδων και συζύγων. Παράλληλα, το Υπουργείο Εσωτερικών έφτιαξε και μια εφαρμογή, τη Youpol, χάρη στην οποία, από το κινητό τους, με ένα «κλικ» οι γυναίκες ειδοποιούν την Αστυνομία.
Στην Κύπρο θα εισηγούμουν να υπάρχει ο αριθμός- παρασύνθημα 1440. Στην Κύπρο, για τους σκοπούς του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου (Ν. 119(I)/2000), «βία» σημαίνει οποιαδήποτε παράνομη πράξη, παράλειψη ή συμπεριφορά με την οποία προκαλείται άμεσα σωματική, σεξουαλική ή ψυχική βλάβη σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας από άλλο μέλος της οικογένειας και περιλαμβάνει και τη βία που ασκείται με σκοπό την επίτευξη σεξουαλικής επαφής χωρίς τη συγκατάθεση του θύματος, καθώς επίσης και τον περιορισμό της ελευθερίας του. «Μέλος της οικογένειας» για σκοπούς του ίδιου νόμου σημαίνει σύζυγο ή πρώην σύζυγο ή συμβία ή γονείς των ως άνω προσώπων ή τέκνα τους υιοθετημένα ή φυσικά, καθώς και εγγόνια και κάθε πρόσωπο το οποίο διαμένει με οποιοδήποτε από τα πιο πάνω πρόσωπα».
Η εισήγηση μου είναι να υπάρχει δηλαδή παγκύπρια ενημέρωση προς τους φαρμακοποιούς, τους υπαλλήλους των σουπερμάρκετ ή και τους γείτονες, που θα δρουν ως ενδιάμεσοι, με ΗΘΙΚΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ να καταγγέλλουν άμεσα τέτοια περιστατικά βίας στην Αστυνομία. Η Αστυνομία αφού δεχθεί τέτοια καταγγελία, ακόμη και εάν το θύμα δεν επιθυμεί να προχωρήσει εντέλει με ποινική δίωξη του «θύτη του», να ειδοποιεί άμεσα, με βάση το υφιστάμενο Πρωτόκολλό της (Εσωτερικούς Κανονισμούς), τόσο το Γραφείο Ευημερίας, όσο και το ΣΠΑΒΟ. Σε περίπτωση που το θύμα είναι ανήλικος, ενημερώνεται άμεσα και ο οργανισμός Hope for Children. Περαιτέρω η Αστυνομία έχει τη δυνατότητα να δράσει ακόμη και με επιτόπου έλεγχο αφού εκδώσει ένταλμα έρευνας, ώστε να αποφευχθεί ενδεχόμενος κίνδυνος κατά της ζωής του ατόμου, σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει η δυνατότητα να εισέλθει προσωπικά το άτομο που έχει υποστεί βία στον κοντινότερο Αστυνομικό Σταθμό που έγινε το περιστατικό βίας για να καταγγείλει και να δώσει κατάθεση .
Αφού ενεργοποιηθούν οι ως άνω μηχανισμοί, αν χρειαστεί το θύμα βίας σε συνεργασία με το ΣΠΑΒΟ, να τοποθετείται σε χώρο φιλοξενίας που αποτελεί ένα ασφαλές μέρος προσωρινής διαμονής για γυναίκες και τα παιδιά τους που βρίσκονται σε άμεσο σωματικό και ψυχολογικό κίνδυνο από άτομα του οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Η ενημέρωση που έλαβα από το ΣΠΑΒΟ είναι ότι υπάρχει δυνατότητα φιλοξενίας των θυμάτων βίας και εν καιρώ κορονοϊού αν χρειαστεί.
Άμεσα η Αστυνομία προχωρεί με βάση την κατάθεση του θύματος, η οποία αποτελεί την καταγγελία του, δηλαδή προχωρεί σε άνοιγμα ποινικού φακέλου με ποινικό αριθμό RCI ο οποίος φάκελος θα αποσταλεί στην Εισαγγελία, για να προχωρήσουν οι Δικηγόροι της Δημοκρατίας οι οποίοι εκπροσωπούν το δημόσιο συμφέρον (την/τον παραπονούμενο) με την καταχώρηση της εν λόγω ποινικής υπόθεσης. Να σημειωθεί ότι ακόμη και το φτύσιμο (κοινή επίθεση) σε μέλη της οικογένειας, θα μπορούσε να θεωρηθεί βία και να σχηματιστεί ανάλογα ποινικός φάκελος. Η Αστυνομία έχει στην διάθεση της το εύλογο διάστημα των 3 μηνών για να μπορεί να ολοκληρώσει την έρευνα της και να σχηματίσει τον σχετικό ποινικό φάκελο που θα σταλεί στην Εισαγγελία για καταχώρηση .
Με βάση τον πιο πάνω νόμο και με την προϋπόθεση ότι έχει ανοιχθεί RCI, έχει δηλαδή σχηματιστεί ποινικός φάκελος και άρα θα καταχωρηθεί ποινική υπόθεση στο Δικαστήριο, είναι συνήθης πρακτική όπως ο δικηγόρος προχωρήσει ΑΜΕΣΑ με οδηγίες του θύματος με κατεπείγουσα αίτηση, ζητώντας άμεσα Διάταγμα Αποκλεισμού του κατηγορούμενου από τον συνήθη τόπο διαμονής του ΘΎΜΑΤΟΣ, μέχρις ότου καταχωρισθεί και εκδικαστεί ποινική υπόθεση εναντίον του κατηγορούμενου για ποινικό αδίκημα βίας ώστε να εκδοθεί Προσωρινό Διάταγμα αποκλεισμού υπόπτου με το οποίο να απαγορεύει σε αυτόν να εισέρχεται ή να παραμένει στην οικογενειακή κατοικία, ή απομάκρυνσης θύματος σε ασφαλή τοποθεσία με ισχύ μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης.
Σε περίπτωση που τίθεται θέμα οικονομικό, δηλαδή το θύμα δεν έχει επαρκείς οικονομικούς πόρους για να πληρώσει τον δικηγόρο του, τότε μπορεί να ανατρέξει στην πρώτη ελληνική ιστοσελίδα αυτοβοήθειας της οργάνωσης OWAAT Κύπρου, που είναι μια πρωτοβουλία της Αμερικανίδας Νομικού και Ακαδημαϊκού Δρα Patricia Martin σε συνεργασία με το Νομικό Τμήμα του Πανεπιστήμιου Λευκωσίας, που προτρέπει την ΑΥΤΟ-ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗ, ώστε τα ίδια τα θύματα να απευθυνθούν με επείγουσα ΑΙΤΗΣΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΓΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ. Με αυτό τον τρόπο εκπροσωπούν οι ίδιοι τον εαυτό τους, κάνοντας αίτηση για επείγουσες περιοριστικές εντολές, βασισμένες στην προστασία των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της προστασίας των προσωπικών δικαιωμάτων τους.
Τι συμβαίνει όμως στις περιπτώσεις όπου αναφερόμαστε σε βία, αλλά όχι σε ενδοοικογενειακή βία; (Π. χ. όταν ένα Διάταγμα Επικοινωνίας παραβιάζεται, ως αναφέρεται ανωτέρω). Ο/η παραπονούμενος/η αποτείνεται στον κοντινότερο Αστυνομικό Σταθμό διαμονής του και προβαίνει σε καταγγελία για παραβίαση Διατάγματος Οικογενειακού Δικαστηρίου νοουμένου ότι έχει Διάταγμα Επικοινωνίας το οποίο είναι διατακτικό/επιβλητό. Για να στοιχειοθετήσει όμως κατηγορία για παρακοή Διατάγματος, είναι προϋπόθεση ότι η επίδοση του διατάγματος προηγείται της πράξης της παρακοής που παραπονείται ο παραπονούμενος/αιτητής ώστε να μπορεί η αστυνομία να προχωρήσει με σχηματισμό ποινικού φάκελου και αποστολή του στην Γενική Εισαγγελία για καταχώρηση σχετικής ποινικής υπόθεσης και αν αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας η ενοχή του γονέα που παραβιάζει το διάταγμα. Τότε προνοείται ποινή φυλάκισης καθότι πρόκειται για πολύ σοβαρό αδίκημα.
Τι γίνεται όμως σε περιπτώσεις όπου παρατηρείται βία μεταξύ δυο συγκάτοικων ενδεχομένως αιτητών ασύλου που δεν έχουν οποιοδήποτε οικογενειακό δεσμό μεταξύ τους; Σε τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει να διαπιστωθεί ποιος είναι ο ενοικιαστής της στέγης που διαμένουν. Το άλλο άτομο το οποίο δεν είναι κατοχυρωμένος με νομικό έγγραφο (ενοικιαστήριο) και ενδεχομένως να μην έχει πλέον στέγη για διαμονή, θα ενημερώσει την Αστυνομία η οποία ενημερώνει άμεσα το Γραφείο Ευημερίας που θα μεριμνήσει να εξεύρουν χώρο φιλοξενίας του εν λόγω ατόμου, είτε στο Κέντρο Φιλοξενίας στην Κοκκινοτριμιθιά ή στην Κοφίνου. Ωστόσο, εξ όσων έχω πληροφορηθεί από Γραφείο Συμβουλευτικών Υπηρεσιών σε αιτητές πολιτικού ασύλου, η κατάσταση είναι ανεξέλεγκτη και υπερπλήρης στα κέντρα φιλοξενίας μεταναστών.
Στην περίπτωση που περιγράφεται ανωτέρω όπου κοπέλα από τις Φιλιππίνες καταγγέλλει τους εργοδότες της ότι την εκδίωξαν χωρίς εύλογο λόγο, δυστυχώς είναι πολύ δύσκολο έως και αδύνατο να αποδειχθεί ποινικό αδίκημα εναντίον των εργοδοτών οι οποίοι μπορούν πολύ εύκολα να επικαλεστούν ότι ψεύδεται. Συνεπώς η πρώην εργαζόμενη θα πρέπει άμεσα να ενημερώσει το Τμήμα Μετανάστευσης και θα έχει ένα μήνα ώστε να εξεύρει νέους εργοδότες για να μην θεωρηθεί παράνομη.
Σε άλλες περιπτώσεις όπου υπάρχει βία αλλά δεν υπάρχει οποιαδήποτε οικογενειακή σύνδεση, τότε το θύμα μπορεί να αποταθεί σε δικηγόρο για να του εκδώσει από το Επαρχιακό Δικαστήριο Διάταγμα Απομάκρυνσης. Αφού εκδοθεί αυτό το Διάταγμα, θα πρέπει να επιδοθεί στην άλλη πλευρά – «θύτη» – και εάν υπάρχει Παρακοή, τότε καταγγέλλεται στην Αστυνομία, σχηματίζεται σχετικός ποινικός φάκελος και αποστέλλεται στην Εισαγγελία για καταχώρηση και σε περίπτωση ενοχής του θύτη προνοείται ποινή φυλάκισης.
Τα άτομα που φαίνεται να είναι σε δυσμενέστερη θέση εν καιρώ κορονοϊού, είναι οι παράνομοι μετανάστες λόγω του ότι βρίσκονται παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία και κωλύονται να αναζητήσουν βοήθεια από την Αστυνομία σε περίπτωση που παρουσιαστούν περιστατικά βίας μεταξύ τους – καθότι σε τέτοια περίπτωση, ακόμη και αν εισακουστούν, το δημόσιο συμφέρον επιτάσσει όπως ειδοποιηθεί το Τμήμα Μετανάστευσης και η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, με αποτέλεσμα να εκδοθούν Διατάγματα κράτησης και απέλασης των εν λόγω προσώπων .
Και εδώ τίθεται εύλογα το ερώτημα, ποια ασφάλεια παρέχεται στους παράνομους μετανάστες οι οποίοι βρίσκονται στην Κυπριακή Δημοκρατία εν καιρώ κορονοϊού, αλλά και ποιοι έλεγχοι γίνονται σε αυτούς οι οποίοι δεν μπορούν επίσημα να εντοπιστούν ; Μήπως τελικά η κατάσταση δεν είναι τόσο ελεγχόμενη όσο παρουσιάζεται από τη Μονάδα Επιδημιολογικής Επιτήρησης, καθότι δεν έχουν και δεν μπορούν να λάβουν υπόψη την ως άνω ομάδα για πλήρη αξιολόγηση της κατάστασης του κορονοϊού;
Περαιτέρω το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία των αιτητών ασύλου εργάζονται και εν καιρώ κορονοϊού ως διανομείς, είτε τροφίμων, είτε εγγράφων, είτε στα πρατήρια καυσίμων, δεν θα έπρεπε να μας προβληματίσει εν σχέση με την μετάδοση και εξάπλωση του κορονοϊού ;
Είναι ερωτήματα τα οποία τίθενται για προβληματισμό και που δυστυχώς θα παραμείνουν αναπάντητα εάν δεν εμπλακεί και το Τμήμα Μετανάστευσης σε συνεργασία με την Ομάδα Επιδημιολογικής Επιτήρησης στον αγώνα για εντόπιση και αντιμετώπιση του κορονοϊού, ώστε να συμπεριληφθούν οι εν λόγω ομάδες, τουλάχιστον των αιτητών ασύλου, στην προσπάθεια μείωσης και ελεγχόμενης διασποράς του κορονοϊού στην Κυπριακή Δημοκρατία. Και αυτά με την ελπίδα να απαλλαχθούμε επιτέλους από τον Αόρατο Εχθρό και να επικεντρωθούμε σε μέτρα αντιμετώπισης και μείωσης του Ορατού Εχθρού…