Στο πλαίσιο του Κανόνα 138 που απορρέει από τον Τίτλο V των Κανόνων και Διαδικασιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δύο Κύπριοι Ευρωβουλευτές απευθύναν μια επείγουσα ερώτηση προς την Επιτροπή, σχετικά με την απόφαση της Κυβέρνησης της Κύπρου να αναστείλει τη λειτουργία τεσσάρων σημείων διέλευσης κατά μήκος της λεγόμενης πράσινης γραμμής. Η Κυβέρνηση επικαλέστηκε για την απόφαση της, λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας για ανάσχεση ενδεχόμενης διάδοσης του μολυσματικού κορωνοϊού. Οι δύο Ευρωβουλευτές από την πλευρά τους θεωρούν ότι ενδέχεται να προκύπτει παραβίαση, εκ μέρους της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, προνοιών του Κανονισμού 866/2004 που αφορούν διαδικαστικά και ουσιαστικά ζητήματα στην εφαρμογή του Κανονισμού.
Η ερώτηση των κκ. Kizilyürek και Γεωργίου αφορά σε δύο σημεία. Πρώτο, κατά πόσο έχει ενημερωθεί η Επιτροπή, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρο 10 του Κανονισμού 866/2004 και δεύτερο, ερωτάται η Επιτροπή κατά πόσο εξέτασε την συμβατότητα της απόφασης της Κυβέρνησης της Κύπρου με το γράμμα και το πνεύμα του Κανονισμού, καθώς και για την αντίδρασή της.
Εκ των πραγμάτων, κρίνεται ότι, σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες του Κανονισμού, η ερώτηση των Κύπριων Ευρωβουλευτών – και στα δύο της σημεία – δεν έχει επαρκή τεκμηρίωση, αλλά μάλλον πάσχει από ουσιώδη λάθη στην αντίληψη του Κανονισμού και την εφαρμογή του.
Συνοπτικά – και μόνο επί των βασικών θεμάτων – σημειώνονται τα εξής:
1. Το πρώτο σημείο της ερώτησης αναφέρεται στο άρθρο 10 του Κανονισμού 866/2004. Το άρθρο 10 αφορά σε διαδικασία ενημέρωσης της Επιτροπής, σε περίπτωση αλλαγής της πολιτικής της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας σε σχέση με τη διακίνηση ατόμων και αγαθών δια μέσου της πράσινης γραμμής. Το άρθρο 10 δεν κάνει αναφορά στη λειτουργία σημείων διέλευσης, στην αύξηση ή μείωση του αριθμού τους, στη διάνοιξη ή κλείσιμο σημείων διέλευσης. Η Κυβέρνηση της Κύπρου δεν ανακοίνωσε αλλαγή πολιτικής σε ζητήματα διακίνησης προσώπων ή/και αγαθών δια μέσου της πράσινης γραμμής. Αν το έκανε, τότε θα έπρεπε όντως να προειδοποιήσει την Επιτροπή. Εξάλλου, ο Κανονισμός δεν επιβάλλει κανένα περιορισμό σε απόφαση για αλλαγή πολιτικής. Προνοείται μόνο η μη έκφραση ένστασης από την Επιτροπή, προκειμένου να τεθεί σε ισχύ μια ενδεχόμενη αλλαγή πολιτικής. Από τη στιγμή όμως που τέτοιο θέμα δεν έχει εγερθεί, δεν υπάρχει πρόθεση ούτε έχει προκύψει ζήτημα αλλαγής πολιτικής, οι πρόνοιες του άρθρου 10 δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης. Το άρθρο 10 είναι εντελώς άσχετο με το σκεπτικό και το περιεχόμενο του πρώτου σημείου της ερώτησης.
2. H Επιτροπή έχει ενημερωθεί από την Κυπριακή Κυβέρνηση για την απόφασή της σχετικά το προσωρινό κλείσιμο των τεσσάρων σημείων διέλευσης για τυπικούς λόγους, αν και δεν είχε την υποχρέωση να το κάνει αυτό. Η διαχείριση των σημείων διέλευσης είναι (όπως προνοεί και ο Κανονισμός) αποκλειστική αρμοδιότητα της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο Κανονισμός δεν επιφυλάσσει καμία αρμοδιότητα ή ρόλο στην Επιτροπή ως προς τον καθορισμό και τη διαχείριση των σημείων διέλευσης.
3. Το άρθρο 2(4) του Κανονισμού αναφέρεται στα σημεία διέλευσης, τα οποία ορίζει η Κυπριακή Δημοκρατία και τα οποία και κατονομάζονται στο Παράρτημα Ι του Κανονισμού. Το ζήτημα του ορισμού (καθορισμού, αύξησης ή μείωσης) των σημείων διέλευσης δεν είναι αντικείμενο που αφορά, με οποιονδήποτε τρόπο, την πολιτική της Κυβέρνησης της Κύπρου για τον έλεγχο στην διέλευση ατόμων και αγαθών. Τα σημεία διέλευσης είναι ξεχωριστό και ανεξάρτητο ζήτημα από την πολιτική της Δημοκρατίας έναντι του ελέγχου προσώπων και αγαθών που διέρχονται της πράσινης γραμμής. Τα σημεία διέλευσης καθορίζονται προκειμένου να υπάρχει σαφήνεια ως προς τη νομιμότητα των σημείων αυτών, έναντι του εγχώριου και κοινοτικού δικαίου. Επίσης, η διαδικασία που επέλεξε η Κυβέρνηση της Κύπρου αναφορικά με τη διαβούλευση που γίνεται με την Τουρκοκυπριακή κοινότητα για τη διάνοιξη σημείων διέλευσης, αυτή είναι μια εσωτερική πολιτική διαδικασία, η οποία δεν αφορά τον Κανονισμό. Αναφορικά με τον καθορισμό των νόμιμων σημείων διέλευσης, ο Κανονισμός αναγνωρίζει σαφώς στις Αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας την μοναδική και αποκλειστική αρμοδιότητα να ορίζει τα σημεία διέλευσης που επιθυμεί, σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες του Πρωτοκόλλου 10 της Πράξης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ. Διελεύσεις πραγματοποιούνται και κατά μήκος του γεωγραφικού ορίου των βρετανικών στρατιωτικών βάσεων με τα κατεχόμενα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά το ζήτημα αυτό δεν αφορά το υπό εξέταση ζήτημα, γι’ αυτό και δεν αναφέρονται λεπτομέρειες.
4. Στο δεύτερο σημείο της ερώτησης Kizilyürek-Γεωργίου, ζητείται από την Επιτροπή να εξετάσει κατά πόσο η απόφαση της Κυβέρνησης της Κύπρου να αναστείλει προσωρινά τη λειτουργία σημείων διέλευσης είναι σύμφωνη με το γράμμα και το πνεύμα του Κανονισμού.
Από τα πιο πάνω, είναι σαφές ότι το σημείο αυτό θα είχε νόημα εάν η απόφαση της Κυβέρνησης αφορούσε σε αλλαγή της πολιτικής της σχετικά με την εφαρμογή του Κανονισμού. Κάτι τέτοιο δεν έπραξε. Εφόσον η εφαρμογή του Κανονισμού συνεχίζεται, η Επιτροπή δεν έχει αρμοδιότητα για αποφάσεις που αφορούν σε σημεία διέλευσης και καθορίζονται αποκλειστικά από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Διαπιστώνεται ότι, η ερώτηση και στα δύο σημεία έγινε χωρίς επαρκή αντίληψη του Κανονισμού και του τρόπου εφαρμογής του.
Η Επιτροπή έχει ήδη τοποθετηθεί για την απόφαση της Κυβέρνησης της Κύπρου και δεν έκρινε, ως αναμενόταν, ότι υπάρχει οποιαδήποτε σύγκρουση της απόφασης εκείνης με τον Κανονισμό. Η απάντηση της Επιτροπής στην ερώτηση Kizilyürek-Γεωργίου δεν αναμένεται να βρει έδαφος επιβεβαίωσης είτε του σκεπτικού της είτε της ουσίας της. Γενικά, η ερώτηση αυτή δεν έχει κάποια λογική βάση στο πλαίσιο του Κανονισμού 866/2004.