Στο Κυπριακό Δημόσιο δίκαιο, η αναγνώριση έννομου συμφέροντος σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις («ΜΚΟ»), για πρόσβασή σε περιβαλλοντική ακυρωτική δίκη αποτελεί συχνά αξεπέραστο εμπόδιο. Το δικαίωμα πρόσβασής τους προσκρούει στο άρθρο 146(2) του Συντάγματος και στην ερμηνεία που δίνουν σε αυτό σε σχέση με το δικαίωμα των ΜΚΟ, τα Κυπριακά Δικαστήρια. Οι δυσκολίες πρόσβασης των ΜΚΟ στα Κυπριακά Δικαστήρια έρχονταν σε αντίθεση και παραβιάζουν την Σύμβαση του Άαρχους («σύμβαση»)[1] και το άρθρο 9 αυτής και την περαιτέρω ερμηνεία που δόθηκε στο δικαίωμα και στο συγκεκριμένο άρθρο από τα Διεθνή και Ευρωπαϊκά Όργανα.
Η σύμβαση αποτελεί το πρώτο διεθνές κείμενο που ασχολείται με τα περιβαλλοντικά διαδικαστικά δικαιώματα και ειδικότερα το δικαίωμα πρόσβασης των ΜΚΟ στην περιβαλλοντική δικαιοσύνη.[2] Το δικαίωμα ενσωματώνεται στον τρίτο πυλώνα της Σύμβασης, δηλαδή στο άρθρο 9,[3] το οποίο δομείται περαιτέρω σε τρείς πυλώνες πρόσβασης: 1.πρόσβαση βάσει του πυλώνα πληροφόρησης (άρθρο 9.1),2.πρόσβαση βάσει των διατάξεων συμμετοχής (άρθρο 9.2), και 3. δικαιοσύνης που καλύπτει οτιδήποτε υπερβαίνει τους δύο πρώτους πυλώνες (άρθρο 9.3).[4]
Στην Κυπριακή νομολογία σημείο αναφοράς του έννομου συμφέροντος σε ΜΚΟ αποτέλεσε η υπόθεση«Thanos Club»[5] που επικράτησε και εφαρμοζόταν για δεκαετίες. Η απόφαση αφορούσε εφέσεις που ασκήθηκαν από περιβαλλοντική ΜΚΟ (πΜΚΟ) και τα μέλη της με την προσωπική τους ιδιότητα και το ΕΤΕΚ (νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου), σχετικά με άδεια οικοδομής στην περιοχή του Ακάμα. Το Δικαστήριο, αποφάνθηκε ότι, εφόσον οι αιτητές που ήταν φυσικά πρόσωπα («Φ.Π.») δεν νομιμοποιούνταν για άσκηση προσφυγής, δεν νομιμοποιείται ούτε η πΜΚΟ, αναφέροντας ότι οι σκοποί του καταστατικού της, δεν μπορούν να προσδώσουν συμφέρον στην πΜΚΟ γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε θεμελίωση λαϊκής αγωγής. Ως προς το έννομο συμφέρον του ΕΤΕΚ το δικαστήριο κατέληξε ότι δεν εντοπίζεται γιατί δεν περιλαμβάνεται στους σκοπούς του. Αυτό φανερώνει την απροθυμία του Δικαστηρίου να εφαρμόσει τις ίδιες απαιτήσεις που τίθενται στα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου για απόδειξη έννομου συμφέροντος σε σχέση με τις πΜΚΟ,[6] αφού ενώ για νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, μπορεί να εφαρμοστεί το κριτήριο του σκοπού, για τις πΜΚΟ δεν εφαρμόζεται χωρίς μάλιστα να εξηγείται περαιτέρω ο λόγος στην απόφαση,[7] με αποτέλεσμα να διαπιστώνεται διάκριση ανάλογα με το είδος του προσφεύγοντα.[8]
Η απόφαση, επισήμανε ότι το Κυπριακό Σύνταγμα δεν κατοχυρώνει ρητό δικαίωμα στο περιβάλλον όπως το Ελληνικό Σύνταγμα, υπονοώντας ότι ευρεία ερμηνεία των προϋποθέσεων του άρθρου 146.2 θα ήταν εφικτή εάν υπήρχε ρητό Συνταγματικό δικαίωμα.[9] Η απόφαση ανέτρεψε την προγενέστερη ενθαρρυντική υπόθεση «Φίλοι του Ακάμα»[10] που αφορούσε προσφυγή ομώνυμης πΜΚΟ, κατά πολεοδομικής άδειας στον Ακάμακαι στην οποία έγινε διασύνδεση του δικαιώματος στο περιβάλλον και δικαιώματος ζωής (άρθρο 7.1 Συντάγματος), καταδεικνύοντας ότι δεν απαιτείται ρητό συνταγματικό δικαίωμα στο περιβάλλον αφού αυτό μπορεί να συνδεθεί με άλλα συνταγματικά δικαιώματα. Σε κάθε όμως περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 146.2 του Συντάγματος, απαιτεί έννομο συμφέρον και όχι παραβίαση συγκεκριμένου δικαιώματος ένα ειδικό δικαίωμα δεν πρέπει να θεωρείται απαραίτητο.[11]
Το επιχείρημα της λαϊκής αγωγής αποτελεί απλουστευμένη και μονοδιάστατη, σε ένα πολυδιάστατο θέμα αιτιολόγηση.[12] Φαίνεται ότι η περιοριστική γραμματική ερμηνεία των προϋποθέσεων του έννομου συμφέροντος μένει άκαμπτη μόνο για τις ΜΚΟ, κάτι εντελώς αντίθετο με τα διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα.
Η αυστηρή προσέγγιση του δικαστηρίου, δημιουργεί διάκριση σε σχέση με το δικαίωμα πρόσβασης ΜΚΟ με το δικαίωμα πρόσβασης των ΦΠ για το οποίο το δικαστήριο έχει επεκτείνει την έννοια του συμφέροντος.[13] Συγκεκριμένα, στη υπόθεση «Χαραλάμπους» το δικαστήριο σημείωσε ότι αναγνώριση συμφέροντος για προσβολή αδειών οικοδομής με δυσμενείς επιπτώσεις στην απόλαυση ιδιοκτησίας λόγω υποβάθμισης του περιβάλλοντος, πέρα από τους ιδιοκτήτες όμορων ακινήτων, πρέπει να επεκτείνεται και στους ιδιοκτήτες που ενδέχεται να επιδεινωθούν οι όροι διαβίωσής τους, χωρίς να έχει σημασία εάν η κατοικία βρίσκετε τον ουσιώδη χρόνουπό ανέγερση.[14] Αποδεικνύοντας ότι για τα ΦΠ υπάρχουν δυνατότητες διεύρυνσης του έννομου συμφέροντος σε αντίθεση με το συμφέρον των ΜΚΟ.
Η πιο πάνω νομολογία καταγράφηκε κοντά στο 2000. Μια περίοδο, όπου η διεθνής κοινότητα ανέπτυσσε το δικαίωμα προσφυγής των ΜΚΟ, η Κυπριακή νομολογία φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται τη σημασία κατοχύρωσης του δικαιώματος πρόσβασης των ΜΚΟ για επίτευξη περιβαλλοντικής δικαιοσύνης και την ιδιαιτερότητα του περιβαλλοντικού δικαίου.
Η στάση της νομολογίας θα έπρεπε να αλλάξει μετά την κύρωση της Άαρχους, την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το νομικό σύστημα της Κύπρου θα έπρεπε να εκσυγχρονίσει ώστε να συμβαδίζουν με τις Διεθνής και Ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της Κύπρου.
Την πρώτη ελπίδα αλλαγής δημιούργησε η υπόθεση «Παρεκκλησιάς»,[15] στην οποία αν και προσφεύγοντας δεν ήταν ΜΚΟ, εντούτοις ο τρόπος εξέτασης του έννομου συμφέροντος και τα σχόλια του Δικαστηρίου, διαπνέονται από τάση διεύρυνσης του έννομου συμφέροντος σε περιβαλλοντικές προσφυγές. Η υπόθεση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί προς επίρρωση του συμφέροντος πΜΚΟ, σε μια ενδεχόμενη μελλοντική προσφυγή καθώς η σκέψη του δικαστηρίου διευρύνει το στοιχείο του «άμεσου» επηρεασμού. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο επανέλαβε την ανάγκη διεύρυνσης του έννομου συμφέροντος σε περιπτώσεις προσβολής περιβαλλοντικών αγαθών και τη σύνδεση δικαιώματος περιβάλλοντος με το δικαίωμα στη ζωή. Σημειώνοντας ότι, το παραδεκτό μιας περιβαλλοντικής προσφυγής συνδέεται με τον κίνδυνο έστω και έμμεσης προσβολής. Η απόφαση θα μπορούσε να έχει θετικές επιπτώσεις γενικότερα στο δικαίωμα προσφυγής για περιβαλλοντικά θέματα και με έμμεσο τρόπο να διευρυνθεί το δικαίωμα προσφυγής των ΜΚΟ αφού απέδειξε ότι είναι δυνατή η διεύρυνση του 146.2 του Συντάγματος. Ενώ η αναφορά του Δικαστηρίου ότι «η έννοια του συμφέροντος είναι ευρύτερη από την έννοια του δικαιώματος», υπονοούσε ότι σε συστήματα προσανατολισμένα στο συμφέρον είναι ευκολότερη η διεύρυνση των προϋποθέσεων πρόσβασης.
Ωστόσο, ο αποκλεισμός των πΜΚΟ από τα Δικαστήρια συνεχίστηκε. Το 2012 το Δικαστήριο στην υπόθεση «Αρχιμανδρίτας» εξέτασε το έννομο συμφέρον σωματείου να προσφύγει κατά άδειας εγκατάστασης αιολικού πάρκου.[16] Το σωματείο υποστήριξε ότι το συμφέρον του προκύπτει από την σύνδεση επίδικης πράξης – καταστατικού του σκοπού. Το δικαστήριο απέρριψε το επιχείρημα, λαμβάνοντας υπόψη την «Thanos Club» και όσα λέχθηκαν περί μη δυνατότητας θεμελίωσης συμφέροντος βάσει του καταστατικού. Αν και η απόφαση δεν αφορούσε πΜΚΟ, εντούτοις αφορούσε προσφυγή για περιβαλλοντικά θέματα στην οποία διαφάνηκε η απροθυμία του Δικαστηρίου να εφαρμόσει τις σχετικές με το δικαίωμα Διεθνείς και Ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της Κύπρου.[17]
Η πιο πάνω νομολογία αποθάρρυνε τις ΜΚΟ στο να ασκούν το δικαίωμα τους για προσφυγή. Για χρόνια δεν καταγράφηκε προσφυγή από ΜΚΟ για περιβαλλοντικά θέματα.
Το 2020 την απογοητευτική νομολογία διαδέχθηκε μια πιο ενθαρρυντική, η οποία διαπνέεται από αέρα αλλαγής. Ο λόγος για την απόφαση «Μιτσερού»[18]η οποία αφορούσε ακύρωση άδειας μετακίνησης μονάδας ασφαλτικού στο Μιτσερό. Η απόφαση, ανέφερε ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη πως υπάρχει νομολογία που καταγράφηκε πριν την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζοντας έτσι ότι η μέχρι τώρα νομολογιακή αντιμετώπιση του ζητήματος πρόσβασης δεν συμβαδίζει με τα διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα. Ανέφερε επίσης ότι σε προγενέστερη νομολογία, «γίνεται αναφορά μόνο στο άρθρο 7.1 του Συντάγματος σε σχέση με τη νομιμοποίηση των πολιτών να προσφεύγουν», υπονοώντας ότι νομική βάση του δικαιώματος αποτελούν και τα Διεθνή και Ευρωπαϊκά πρότυπα και όχι μόνο το Σύνταγμα. Η φράση έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί εάν ερμηνευτεί με τον τρόπο αυτό ανατρέπει το επιχείρημα περί έλλειψης ρητής Συνταγματικής διάταξης.
Στους αιτητές δεν συγκαταλεγόταν πΜΚΟ, εντούτοις η απόφαση καταπιάστηκε με το έννομο συμφέρον σε περιβαλλοντικές προσφυγές, προβαίνοντας σε σημαντικές διαπιστώσεις οι οποίες αποτελούν ένα είδος νομολογιακής αναγνώρισης ότι επί του θέματος πρέπει να υπάρξουν αλλαγές ενθαρρύνοντας την δημιουργία νέας νεότερης νομολογίας και τις ΜΚΟ να ασκήσουν το δικαίωμά τους για προσφυγή.
Στις 17/9/2024 το Εφετείο, ασχολήθηκε με το δικαίωμα πρόσβασης των πΜΚΟ, στην έφεση υπ’ αριθμό 62/2023, η οποία αφορούσε προσβολή πρωτόδικης απόφασης όπου αναγνωρίστηκε ύπαρξη εννόμου συμφέροντος σε πΜΚΟ για προώθηση προσφυγής σε σχέση με πολεοδομικές άδειες στον Ακάμα. Το σκεπτικό της έφεση διευρύνει ως ένα βαθμό την δυνατότητα προσφυγής των ΜΚΟ και επιλύει ως ένα βαθμό το πρόβλημα, για περιπτώσεις όπου υπάγονται στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης παράλληλα όμως σφραγίζει και τους περιορισμούς στην πρόσβαση, για περιπτώσεις όπου δεν υπάγονται στο δίκαιο της ένωση αλλά ενδεχομένως να υπάγονται στις διεθνείς υποχρεώσεις της Κύπρου.
Συγκεκριμένα, με βάση το σκεπτικό του Δικαστηρίου ένα ρητό Συνταγματικό δικαίωμα στο περιβάλλον δεν είναι απαραίτητο σε περιπτώσεις όπου υπάγονται στο δίκαιο της ένωσης και αυτό γιατί το Κυπριακό Σύνταγμα, εμπεριέχει διατάξεις που διασφαλίζουν την υπεροχή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο με τη σειρά του εγγυάται σε πΜΚΟ το δικαίωμα προσφυγής με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος. Καταλήγοντας ότι ορθά αποδόθηκε στην πΜΚΟ δικαίωμα προσφυγής στη βάση του καταστατικού της, αφού το καταστατικό της είχε ως πρώτο σκοπό ύπαρξής της την προστασία του περιβάλλοντος της Κύπρου γενικά και του Ακάμα ειδικά και για τον λόγο αυτό κέκτηται έννομου συμφέροντος.
Η απόφαση είναι ενθαρρυντική και καταδεικνύει βήματα προόδου αφού διαφαίνεται η προθυμία του δικαστηρίου να εφαρμόσει την αρχή της υπεροχής και της σύμφωνης ερμηνείας προκειμένου να αναγνωριστεί έννομο συμφέρον στις ΜΚΟ, δεν επιλύει όμως ολοκληρωτικά το πρόβλημα, αντίθετα δημιουργεί προβληματισμούς και ως ένα βαθμό αναπαράγει αναχρονιστικά επιχειρήματα.
Το πρόβλημα έγκειται στο ότι το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι «ορθά» η Εφεσείουσα προβάλλει ότι το Κυπριακό Σύνταγμα δεν εμπεριέχει διάταξη ανάλογη με το Άρθρο 24 του Ελληνικού Συντάγματος και ότι η επίκληση, από το πρωτόδικο Δικαστήριο, του άρθρου 9 της Σύμβασης, είναι αλυσιτελής διότι επιβάλλει υποχρεώσεις στα θεσμικά όργανά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι στη Δημοκρατία ως κράτος μέλος.
Όπως έχει πιο πάνω αναφερθεί η επίκληση επιχειρημάτων ότι δεν υπάρχει ρητό Συνταγματικό δικαίωμα στο περιβάλλον δεν είναι απόλυτα ορθή ενώ μπορεί να γίνει διασύνδεση με άλλα ρητά αναγνωρισμένα Συνταγματικά Δικαιώματα. Το άρθρο 146.2 απαιτεί έννομο συμφέρον και όχι παραβίαση συγκεκριμένου δικαιώματος ένα ειδικό δικαίωμα δεν πρέπει να θεωρείται απαραίτητο για την πρόσβαση. Επίσης, με μια έρευνα της εξέλιξης του δικαιώματος πρόσβασης των ΜΚΟ στο Ελληνικό Δίκαιο, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές έννομες τάξεις, που στηρίζονται στην απόδειξη έννομου συμφέροντος του προσφεύγοντα, όπως για παράδειγμα η Γαλλία, διαφαίνεται ότι το δικαίωμα εξελίχθηκε πρώτα νομολογιακά προτού θεσπιστεί ρητή Συνταγματική διάταξη.
Η απόφαση από μια άποψη καταδεικνύει ότι η Κυπριακή έννομη τάξη μπορεί να επιτρέψει την πρόσβαση στις πΜΚΟ με βάση το κριτήριο του καταστατικού χωρίς την θεμελίωση λαϊκής αγωγής αλλά μόνο για περιπτώσεις όπου υπάγονται στο δίκαιο της ένωσης.
Το Εφετείο μπορεί ναι μεν να προσέδωσε έννομο συμφέρον προσφυγής στην πΜΚΟ όμως ανέτρεψε την λογική του πρωτόδικου Δικαστηρίου που στηριζόταν στην σύμβαση του Άαρχους. Εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος πως θα αντιμετωπιζόταν το δικαίωμα για προσφυγή ΜΚΟ, για επίδικο ζήτημα το οποίο δεν εμπίπτει στο δίκαιο της Ένωσης ή για ζήτημα που δεν θα στηριζόταν στο άρθρο 9.2 της Ααρχούς αλλά στο άρθρο 9.3 αυτής. Το άρθρο 9.3, διατυπώνει ένα γενικότερο δικαίωμα πρόσβασης, πρώτο γιατί αναφέρεται στο δικαίωμα του «κοινού» και όχι στο «ενδιαφερόμενο κοινό» και δεύτερο γιατί επεκτείνεται σε όλους τους τομείς όχι μόνο σε αυτούς της ενημέρωσης και συμμετοχής.[19] Η Σύμβαση αποτελεί μεικτή συμφωνία η οποία έχει κυρωθεί όχι μόνο από την Ευρωπαϊκή ένωση αλλά και από τα κράτη της και επομένως αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Κυπριακής Έννομης τάξης η οποία πρέπει να τηρεί τις προϋποθέσεις της.
Η επιτροπή συμμόρφωσης της Άαρχους έχει αποφανθεί ότι η πρόσβαση στη δικαιοσύνη πρέπει να αποτελεί τον κανόνα και όχι την εξαίρεση.[20] Ναι μεν τα κράτη είναι ελεύθερα να καθορίζουν τα κριτήρια πρόσβασης και δεν υποχρεούνται σε θέσπιση λαϊκής αγωγής, ωστόσο δεν πρέπει να εκμεταλλεύονται τη διακριτική ευχέρεια, χρησιμοποιώντας την ως δικαιολογία θέσπισης αυστηρών κριτηρίων σύνδεσης πράξης – προσφεύγοντα που καταλύουν το δικαίωμα.[21] Οι δε περιορισμοί, πρέπει να αφορούν τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι προσφεύγοντες και όχι τα πρόσωπα που μπορούν να προσφύγουν[22]και να εξασφαλίζουν την πρόσβαση των ΜΚΟ σε δικαστικούς μηχανισμούς με σκοπό την προάσπιση των συμφερόντων τους και την επιβολή του νόμου.[23]
Από τα πιο πάνω οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι είναι απαραίτητο οι ΜΚΟ να αρχίσουν και πάλι να ασκούν το δικαίωμα τους για προσφυγή ώστε να δημιουργηθεί νεότερη νομολογία. Αυτό θα δώσει την ευκαιρία σε περίπτωση που η νεότερη νομολογία δεν συμβαδίζει με τις απαιτήσεις της Άαρχουςνα γίνει αποστολή καταγγελίας στην επιτροπή συμμόρφωσης της Άαρχους αναγκάζοντας έτσι την Κυπριακή νομολογία να αλλάξει στάση.
Όπως έχει εύστοχα λεχθεί το νερό και τα ψάρια δεν μπορούν να προσφύγουν στα Δικαστήρια, ούτε και τα δέντρα μπορούν να παραστούν ως διάδικοι, παρά το παράστημά τους.[24] Κατά συνέπεια η ανάπτυξη μηχανισμών εκπροσώπησης αποτελεί ένα από τους σημαντικότερους τρόπους επίτευξης περιβαλλοντικής δικαιοσύνης.[25] Από την άποψη αυτή οι ΜΚΟκαι ιδιαίτερα οι πΜΚΟ, διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην προστασία της φύσης και το δικαίωμά τους για προσφυγή είναι υψίστης σημασίας να αναγνωριστεί και στην Κυπριακή Έννομη τάξη.
[1]UNECE, Convention on Access to Information, Public Participation in Decision-making and Access to Justice in Environmental Matters (Aarhus Convention), done at Aarhus, Denmark, on 25 June 1998
[2]Κωνσταντίνος Λυκούργος, Απόστολος Βλαχογιάννης και Άρτεμις Γιορδαμλή, «Το δικαίωμα προσφυγής των περιβαλλοντικών οργανώσεων: Μια συγκριτική επισκόπηση (Ε.Ε., Γαλλία, Κύπρος)», 2021, Friedrich Ebert Stiftung
[3] Article 9, UNECE, Convention on Access to Information, Public Participation in Decision-making and Access to Justice in Environmental Matters (Aarhus Convention), done at Aarhus, Denmark, on 25 June 1998
[4]Adam Daniel Nagy, «The Aarhus-Acquis in the EU Developments in the Dynamics of Implementing the Three Pillars Structure», Chapter 2, in book: Roberto Caranta, Anna Gerbrandy, Bilun Müller, «The Making of a New European Legal Culture: The Aarhus Convention: At the Crossroad of Comparative», 2017, Europa Law Publishing
[5] Thanos Club Hotel v. ETEK (2000), 3 Α.Α.Δ. 323
[6]Ιωάννα Χατζηγιάννη, «Πρόσβαση στη δικαιοσύνη για την προστασία του περιβάλλοντος: Το έννομο συμφέρον στην Κύπρο υπό το φως της Σύμβασης του Άαρχους και της εφαρμογής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση», 2020, Περιοδικό Περιβάλλον & Δίκαιο, Τεύχος 2, σ. 224 – 241
[7]Constantinos Kombos, «The Supreme Court’ s of Cyprus and the CJEU’s Approach to Standing for Judicial Review and to the Preliminary Reference Procedure», (2010), 16(3), European Public Law, 327-355
[8]Ιωάννα Χατζηγιάννη, «Πρόσβαση στη δικαιοσύνη για την προστασία του περιβάλλοντος: Το έννομο συμφέρον στην Κύπρο υπό το φως της Σύμβασης του Άαρχους και της εφαρμογής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση», 2020, Περιοδικό Περιβάλλον & Δίκαιο, Τεύχος 2, σ. 224 – 241
[9]Ιωάννα Χατζηγιάννη, «Πρόσβαση στη δικαιοσύνη για την προστασία του περιβάλλοντος: Το έννομο συμφέρον στην Κύπρο υπό το φως της Σύμβασης του Άαρχους και της εφαρμογής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση», 2020, Περιοδικό Περιβάλλον & Δίκαιο, Τεύχος 2, σ. 224 – 241
[10]Σωματείο «Φίλοι του Ακάμα» κ.α. v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 767
[11]Ιωάννα Χατζηγιάννη, «Πρόσβαση στη δικαιοσύνη για την προστασία του περιβάλλοντος: Το έννομο συμφέρον στην Κύπρο υπό το φως της Σύμβασης του Άαρχους και της εφαρμογής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση», 2020, Περιοδικό Περιβάλλον & Δίκαιο, Τεύχος 2, σ. 224 – 241
[12] Constantinos Kombos, «The Supreme Court’ s of Cyprus and the CJEU’s Approach to Standing for Judicial Review and to the Preliminary Reference Procedure», (2010), 16(3), European Public Law, 327-355
[13] Constantinos Kombos, «The Supreme Court’ s of Cyprus and the CJEU’s Approach to Standing for Judicial Review and to the Preliminary Reference Procedure», (2010), 16(3), European Public Law, 327-355
[14]Σοφούλλα Χαραλάμπους ν. Δημοκρατία μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου και/ή Άλλων, (1996) 3 ΑΑΔ 73
[15]Κοινοτικό Συμβούλιο Παρεκκλησιάςκ.α ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1628/2005, 8/10/2007
[16]Σωματείο Συνδέσμου Αποδήμων και Φίλων της Αρχιμανδρίταςδια του Προέδρου Κωνσταντίνου Τσαούση κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 470/2009, 16/11/2012.
[17]Κωνσταντίνος Λυκούργος, Απόστολος Βλαχογιάννης και Άρτεμις Γιορδαμλή, «Το δικαίωμα προσφυγής των περιβαλλοντικών οργανώσεων: Μια συγκριτική επισκόπηση (Ε.Ε., Γαλλία, Κύπρος)», 2021, FriedrichEbertStiftung
[18]Κοινοτικό Συμβούλιο Μιτσερού, κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 809/22, 10/08/2022
[19]Adam Daniel Nagy, «The Aarhus-Acquis in the EU Developments in the Dynamics of Implementing the Three Pillars Structure», Chapter 2, in book: Roberto Caranta, Anna Gerbrandy, Bilun Müller, «The Making of a New European Legal Culture: The Aarhus Convention: At the Crossroad of Comparative», 2017, Europa Law Publishing
[20]Findings and recommendations of the Compliance Committee with regard to compliance by Belgium with the Convention, ACCC/C/2005/11 Belgium, (adopted on 16 June 2008); Findings of the Compliance Committee with regard to compliance by Denmark with its obligations under the Convention, ACCC/C/2006/18 Denmark, (adopted on 29 April 2008); Findings and recommendations with regard to communication ACCC/C/2010/48 concerning compliance by Austria, (adopted on 16 December 2011)
[21]Findings and recommendations of the Compliance Committee with regard to compliance by Belgium with the Convention, ACCC/C/2005/11 Belgium, (adopted on 16 June 2008); Findings of the Compliance Committee with regard to compliance by Denmark with its obligations under the Convention, ACCC/C/2006/18 Denmark, (adopted on 29 April 2008); Findings and recommendations with regard to communication ACCC/C/2010/48 concerning compliance by Austria, (adopted on 16 December 2011)
[22]Βασιλική Ι Καραγεώργου, « Η πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά ζητήματα ενώπιον των εθνικών Δικαστηρίων – Η επιρροή της Σύμβασης του Aarhus και του Ενωσιακού Δικαίου», 2021, Νομική Βιβλιοθήκη
[23]ACCC/C/2010/48 (Αυστρία)
[24] Christopher D. Stone, «Should Trees have standing? Law, Morality, and the Environment 3rd Edition», 2010, Oxford University Press; Σκέψη 77, ΠροτάσειςτηςΓενικήςΕισαγγελέα Eleanor Sharpston, C‑664/15, Protect Natur-, Arten- und Landschaftschutz Umwelt organisation v. Bezirkshauptmannschaft Gmünd, 12/10/2017, ECLI:EU:C:2017:760
[25] Emilie Chevalier, «Standing before French Administrative Courts and environment Protection: Not specific enough for an effective access to Justice?»,2020, PA PERSONA E AMMINISTRAZIONE Ricerche Giuridiche sull’Amministrazione e l’ Economia