Αφορμή για το κείμενο αυτό αποτελούν αφ΄ ενός οι προσπάθειες του Προέδρου Αναστασιάδη για επανέναρξη των διακοινοτικών συνομιλιών και αφ΄ ετέρου οι συζητήσεις για το Κυπριακό εν όψει των προεδρικών εκλογών. Ομολογουμένως το Κυπριακό είναι σε τέλμα χωρίς να διαφαίνεται φως στην άκρη της σήραγγας. Κάτω από τις υφιστάμενες συνθήκες θεωρώ ότι εν πολλοίς οι συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα είναι ξεπερασμένες και οι προσπάθειες που γίνονται για επανέναρξη των συνομιλιών δεν κινούνται προς την ορθή κατεύθυνση.
Επισημαίνεται ότι υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών. Ακόμα και αν όντως επαναρχίσουν οι συνομιλίες με τα υφιστάμενα δεδομένα στην «καλύτερη περίπτωση» θα προκύψει μια διευθέτηση χαλαρής ομοσπονδίας ή ακόμα και συνομοσπονδίας. Ορισμένα βασικά στοιχεία μιας τέτοιας εξέλιξης είναι τα ακόλουθα: παρθενογένεση και παραμερισμός της Κυπριακής Δημοκρατίας, εκ περιτροπής προεδρία ή δύο Προέδροι και κοινή εκπροσώπηση στο εξωτερικό. Πέραν τούτων, οι έποικοι θα παραμείνουν είτε ως πολίτες του νέου κρατικού μορφώματος είτε ως νόμιμοι κάτοικοι. Όσον αφορά τις εδαφικές αναπροσαρμογές αυτές θα είναι περιορισμένες. Είναι αμφίβολον κατά πόσον μια τέτοια διευθέτηση θα οδηγήσει σε σταθερότητα ιδίως σε μια περίοδο όπου δεν υπάρχουν σήμερα στην Κύπρο οι αναγκαίες προϋποθέσεις για μια ομοσπονδιακή λύση. Στην πραγματικότητα το Κυπριακό θα εισέλθει σε μια νέα φάση. Είναι αυτή η επιδίωξή μας;
Κατά τη δική μου άποψη μια τέτοια προσέγγιση θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα απ΄ όσα θα επιλύσει. Ως εκ τούτου είναι σημαντικό να αξιολογήσουμε μια διαφορετική φιλοσοφία. Η προσπάθεια για ενεργειακή συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο με την παράλληλη de facto οριοθέτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης Κύπρου-Τουρκίας είναι δυνατό να έχει τη στήριξη της ΕΕ, των ΗΠΑ, της Βρετανίας και άλλων δυνάμεων. Η συνεργασία στα ενεργειακά ζητήματα είναι δυνατό να περιλαμβάνει τις δύο κοινότητες καθώς και την Κύπρο και την Τουρκία. Επιπρόσθετα, εννοείται ότι οι διάφορες μορφές συνεργασίαςθα γίνουν με τρόπο που να μην αμφισβητείταιη κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τέτοιου είδους εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο είναι δυνατό να ικανοποιήσουν περιφερειακούς καθώς και ευρύτερους στόχους. Θεωρώ ότι προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να ενεργήσει ο επόμενος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μια θετική εξέλιξη σε αυτό το πεδίο θα ανοίξει τον δρόμο για την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας καθώς και για την αντιμετώπιση άλλων ζητημάτων. Εν ολίγοις η εξελικτική προσέγγιση αντιμετώπισης του Κυπριακού μπορεί να δώσει κάποια θετικά αποτελέσματα.
Θεωρώ την προσέγγιση αυτή ως στρατηγικό μονόδρομο. Και όμως δεν συζητείται στον βαθμό που θα έπρεπε. Αντίθετα υπάρχει προσήλωση στη συμβατική οδό της οποίας τα αποτελέσματα δεν ήταν θετικά. Με εκπλήσσει το γεγονός ότι δεν έχει γίνει η απαιτούμενη αυτοκριτική από τους υπέρμαχους της εν λόγω φιλοσοφίας. Επίσης, ακόμα και αυτοί που αμφισβητούν τη συμβατική φιλοσοφία της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας δεν εισηγούνται μια εναλλακτική φιλοσοφία. Όσο αφορά την πρόταξη ενός ενιαίου κράτους πρέπει να λεχθεί ότι η επιλογή αυτή δεν ανήκει στη σφαίρα του εφικτού. Ούτε οι Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου προνοούσαν ένα ενιαίο κράτος. Υπήρχε ενιαία επικράτεια αλλά το Σύνταγμα ήταν διαιρετικό καθώς στηριζόταν σε εθνοκοινοτικούς πυλώνες και σε μια μορφή διοικητικής ομοσπονδιακής δυαρχίας.
Ως εκ τούτου η ρεαλπολιτίκ και ο πατριωτικός πραγματισμός υπαγορεύουν άλλες προσεγγίσεις. Είναι γι΄ αυτό που καταθέτω συγκεκριμένες εισηγήσεις στα πλαίσια μιας εξελικτικής προσέγγισης τις οποίες επικαιροποιώ ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ενώ αμφισβητείται η πολιτική που ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα είναι σημαντικό να έχουμε τη φαντασία για πολιτικές που μπορούν αφ΄ ενός να αποτρέψουν την επιδείνωση του status quo και αφ΄ ετέρου να δημιουργήσουν προϋποθέσεις για θετικά αποτελέσματα. Αυτό θα είναι η ευθύνη του επόμενου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας.