Εισαγωγή
Μετά από μακρόχρονη δικαστική διαμάχη που διήρκησε πάνω από 8 έτη, το Γερμανικό Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο (Bundesgerichtshof) (εφεξής το «Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο») ξεκαθάρισε ότι οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών (“narrow” Price Parity clauses) γνωστές και ως «στενές» Ρήτρες του Μάλλον Ευνοούμενου Πελάτη (Most Favoured Nation (“MFN”) clauses) παραβιάζουν την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία. Πιο συγκεκριμένα, με απόφαση ημερ. 18/5/2021, το Γερμανικό Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο ανέτρεψε την απόφαση του Ανώτατου Περιφερειακού Δικαστηρίου του Düsseldorf ημερ. 4/6/2019, με την οποία είχε κριθεί ότι οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Άρθρου 101(1) ΣΛΕΕ βάσει του δόγματος των επικουρικών περιορισμών, ακυρώνοντας απόφαση του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Γραφείου Καρτέλ (Federal CartelOffice / Bundeskartellamt) ημερ. 22/12/2015, σύμφωνα με την οποία κρίθηκε ότι οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών που εφάρμοζε η πλατφόρμα διαδικτυακών κρατήσεων ξενοδοχείων Booking.com είναι αντίθετες με τους κανόνες του ανταγωνισμού.
Ιστορικό υπόθεσης
Η πλατφόρμα διαδικτυακών κρατήσεων ξενοδοχείων Booking.com προσφέρει υπηρεσίες διαμεσολάβησης για διαχειριστές ξενοδοχείων και καταναλωτές, επιτρέποντας στους τελευταίους να κάνουν κράτηση σεξενοδοχεία απευθείας μέσω της εν λόγω πλατφόρμας. Ως αντάλλαγμα για την εν λόγω υπηρεσία, η Booking.com να λαμβάνει προμήθεια για κάθε κράτηση ξενοδοχείου που πραγματοποιείται μέσω της πλατφόρμας της.
H Booking.com χρησιμοποιούσε στους όρους και τις προϋποθέσεις χρήσης της πλατφόρμας της «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών, σύμφωνα με τις οποίες απαγορευόταν στους διαχειριστές ξενοδοχείων να προσφέρουν τα δωμάτιά τους στους δικούς τους ιστότοπους σε χαμηλότερη τιμή ή με καλύτερους όρους από ότι στην πλατφόρμα Booking.com. Οι εν λόγω διαχειριστές ξενοδοχείων είχαν ωστόσο την δυνατότητα να παρέχουν τα δωμάτια των ξενοδοχείων τους σε άλλες διαδικτυακές πλατφόρμες κρατήσεων ξενοδοχείων (εκτός των ιστοτόπων που διαχειρίζονταν οι ίδιοι) καθώς και εκτός διαδικτύου, σε χαμηλότερες τιμές ή/και καλύτερους όρους, νοουμένου ότι δεν υπήρχε διαδικτυακή διαφήμιση ή δημοσίευση για τα εν λόγω δωμάτια.
Με απόφαση του ημερ. 22/12/2015, το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Καρτέλ έκρινε ότι οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών που εφάρμοζε η διαδικτυακή πλατφόρμα Booking.com παραβίαζαν την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία, καθώς περιόριζαν παράνομα την ελευθερία τιμολόγησης των διαχειριστών ξενοδοχείων και δημιουργούσαν εμπόδια εισόδου άλλων πλατφόρμων κρατήσεων στην αγορά.
Ακολούθως, κατόπιν προσφυγής της Booking.com κατά της πιο πάνω απόφασης του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Γραφείου Καρτέλ, το Ανώτατο Περιφερειακό Δικαστηρίο του Düsseldorf ακύρωσε την απόφαση του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Γραφείου Καρτέλ με την αιτιολογία ότι οι «στενές» ΡήτρεςΙσοτιμίας Τιμών πρέπει να θεωρηθούν ως απαραίτητη επικουρική συμφωνία για μια σύμβαση πρακτόρευσης και συνεπώς δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Άρθρου 101(1) ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα, κρίθηκε ότι οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών είναι απαραίτητες προκειμένου να αποφευχθεί το πρόβλημα του παρασιτικού ανταγωνισμού (free–riding problem), όπου τα ξενοδοχεία θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν τις υπηρεσίες της Booking.com για να προβάλουν τα δωμάτιά τους, αυξάνοντας έτσι την αναγνωρισιμότητα τους, και στη συνέχεια να προσφέρουν μια φθηνότερη επιλογή για τα ίδια δωμάτια των ξενοδοχείων τους μέσω των δικών τους ιστότοπων. Όπως έκρινε το Ανώτατο ΠεριφερειακόΔικαστηρίο του Düsseldorf, σε τέτοιες περιπτώσεις η διαδικτυακή πλατφόρμα κρατήσεων Booking.com θα συνέβαλλε στην αύξηση των κρατήσεων των ξενοδοχείων χωρίς να λαμβάνει οποιοδήποτε όφελος. Κάτι τέτοιο θα υπονόμευε το επιχειρηματικό μοντέλο στο οποίο βασίζονται οι ψηφιακές πλατφόρμες διαμεσολάβησης, όπως εν προκειμένω της Booking.com.
Απόφαση Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου
Κατόπιν έφεσης που άσκησε το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Καρτέλ, το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο ανέτρεψε την απόφαση του Ανώτατου Περιφερειακού Δικαστηρίου του Düsseldorf, κρίνοντας ότι οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών που εφαρμόζει η Booking.com παραβιάζουν την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία. Συγκεκριμένα, το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο έκρινε τα ακόλουθα:
-
Οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών που εφαρμόζει η Booking.com δεν αποτελούν μια επικουρική συμφωνία που είναι απαραίτητη για μια σύμβαση πρακτόρευσης. Κατά συνέπεια, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού, και ειδικότερα το Άρθρο 101(1) ΣΛΕΕ. Σύμφωνα με το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, για να μπορούσε να θεωρηθούν οι εν λόγω ρήτρες ωςεπικουρικές συμφωνίες των συμβάσεων πρακτόρευσης, θα έπρεπε να είναι αντικειμενικά απαραίτητες για την εκτέλεση της σύμβασης πρακτόρευσης. Όπως σημείωσε το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, η υπηρεσία διαδικτυακής διαμεσολάβησης δωματίων ξενοδοχείων που παρέχει η διαδικτυακή πλατφόρμα Booking.com, θα ήταν εφικτή ακόμη και χωρίς την εφαρμογή στενής Ρήτρας Ισοτιμίας Τιμών.
-
Η επίκληση από την Booking.com του Κανονισμού Ομαδικής Απαλλαγής Κάθετων Συμφωνιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Vertical Block Exemption Regulation) προκειμένου να τύχει εξαίρεσης η «στενή» Ρήτρα Ισοτιμίας Τιμών από τον απαγορευτικό κανόνα του Άρθρου 101(1) ΣΛΕΕ, δεν θα μπορούσε να τύχει εφαρμογής καθώς το μερίδιο αγοράς της ήταν μεγαλύτερο από 30% στη σχετική αγορά των κρατήσεων ξενοδοχείων μέσω διαδικτυακών πλατφόρμων στη Γερμανία.
-
Οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών που εφαρμόζει η Booking.com δεν θα μπορούσαν να τύχουν ατομικής εξαίρεσης βάσει του Άρθρου 101(3) ΣΛΕΕ. Όπως σημείωσε σχετικά το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, η εξαίρεση βάσει του Άρθρου 101(3) ΣΛΕΕ, προϋποθέτει την αξιολόγηση και σύγκριση των ωφελειών που προκύπτουν από την μεγαλύτερη διαφάνεια στην αγορά και την αντιμετώπιση του προβλήματος του παρασιτικού ανταγωνισμού με τις τυχόν αντιανταγωνιστικές επιδράσεις που προκαλούνται στην αγορά. Εντούτοις, όπως παρατήρησε το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Καρτέλ διαπίστωσε ότι η Booking.com κατάφερε να ενδυναμώσει τη θέση της στη σχετική αγορά ακόμα και μετά την εγκατάλειψη της χρήσης «στενών» Ρητρών Ισοτιμίας Τιμών, γεγονός που αποδεικνύει ότι η «στενή» Ρήτρα Ισοτιμίας Τιμών δεν ήταν αναγκαία για την αντιμετώπιση του προβλήματος του παρασιτικού ανταγωνισμού.
Σχόλια επί της Απόφασης του Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου
Μολονότι η πλήρης απόφαση του Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου δεν έχει δημοσιευθεί μέχρι σήμερα, από το σχετικό δελτίο τύπου που έχει εκδώσει το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο διαπιστώνονται τα ακόλουθα:
-
Η αξιολόγηση της συμβατότητας των «στενών» Ρητρών Ισοτιμίας Τιμών με το Άρθρο 101 ΣΛΕΕ φαίνεται να εδράζεται στα εξής δύο ζητήματα:
-
εάν οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών εκπίπτουν από τον απαγορευτικό κανόνα του Άρθρου 101(1) ΣΛΕΕ σύμφωνα με το δόγμα των επικουρικών περιορισμών και
-
εάν οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών πληρούν τις προϋποθέσεις εξαίρεσης από τον απαγορευτικό κανόνα βάσει του Άρθρου 101(3) ΣΛΕΕ.
Ωστόσο, υπάρχουν δύο ενδιάμεσα βήματα που δεν φαίνεται να απασχόλησαν το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο. Πρώτον, εάν οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών είναι εξ’ αντικειμένου περιοριστικές του ανταγωνισμού και, δεύτερον, εάν έχουν ή δύναται να έχουν αντιανταγωνιστικά αποτελέσματα, δηλαδή κατά πόσον είναι εκ των αποτελεσμάτων που έχουν περιοριστικές του ανταγωνισμού.
Σε σχέση με την πιο πάνω διαπίστωση είναι αξιοσημείωτο ότι το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο φαίνεται να αποδέχεται ότι οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών μπορούν να εξηγηθούν ως μέσο για την αντιμετώπιση του παρασιτικού ανταγωνισμού. Ωστόσο, δεν φαίνεται να προχώρησε στην εξέταση του κατά πόσον οι εν λόγω ρήτρες είναι εξ’ αντικειμένου περιοριστικές του ανταγωνισμού (βλ. Απόφαση Cartes Bancaires1).
Σε συνέχεια των πιο πάνω, φαίνεται ότι το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο ακολούθησε το ίδιο σκεπτικό με την Απόφαση ISU2, όπου το δόγμα των επικουρικών περιορισμών συνδυάζεται με την αξιολόγηση του αντικειμένου των υπό κρίση ρητρών. Εντούτοις, αποφάσεις όπως η Cartes Bancaires και η Budapest Bank3 καταδεικνύουν ότι τα παραπάνω συνιστούν δύο διακριτά ζητήματα που χρήζουν διαφορετικές αξιολογήσεις. Πιο συγκεκριμένα, το γεγονός ότι το δόγμα των επικουρικών περιορισμών δεν ισχύει σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι η υπό κρίση ρήτρα είναι περιοριστική του ανταγωνισμού, πόσο μάλλον εξ αντικειμένου περιοριστική. Επομένως, σε περίπτωση που κριθεί ότι το δόγμα των επικουρικών περιορισμών δεν εφαρμόζεται, τότε θα πρέπει να διερευνηθεί κατά πόσον η εν λόγω ρήτρα περιορίζει τον ανταγωνισμό εξ αντικειμένου ή εξ αποτελέσματος, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Άρθρου 101(1) ΣΛΕΕ. Η σχετική νομολογία έχει αποκρυσταλλώσει ότι μια συμφωνία μπορεί να κριθεί ότι δεν είναι εξ αντικειμένου περιοριστική του ανταγωνισμού, ανεξάρτητα από το αν είναι αντικειμενικά απαραίτητη κατά την έννοια του δόγματος των επικουρικών περιορισμών. Για παράδειγμα, στις αποφάσεις Delimitis4, Asnef-Equifax5 και Cartes Bancaires το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ρητά ότι το αντικείμενο των υπό εξέταση συμφωνιών δεν ήταν αντιανταγωνιστικό και ότι ήταν απαραίτητο να διενεργηθεί ανάλυση των αποτελεσμάτων των εν λόγω συμφωνιών, χωρίς να γίνει έλεγχος του κατά πόσον οι υπό αναφορά συμφωνίες ήταν αντικειμενικά αναγκαίες.
-
Το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο φαίνεται να θεωρεί ότι οι θετικές για τον ανταγωνισμό επιδράσεις των «στενών» Ρητρών Ισοτιμίας Τιμών (δηλαδή η καταπολέμηση του παρασιτικού ανταγωνισμού) μπορούν να εξεταστούν μόνο βάσει του Άρθρου 101(3) ΣΛΕΕ, κατόπιν στάθμισης έναντι τυχόν αντιανταγωνιστικών αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τις εν λόγω ρήτρες.
Ωστόσο, το πιο πάνω σκεπτικό είναι αντίθετο με την νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την οποία οι θετικές για τον ανταγωνισμό επιδράσεις μιας συμφωνίας είναι σχετικές (και πρέπει να εξεταστούν) βάσει του Άρθρου 101(1) ΣΛΕΕ. Στην πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση Budapest Bank, κρίθηκε σχετικά ότι σε περίπτωση ύπαρξης αμφιβολιών ως προς το αντικείμενο μιας συμφωνίας, θα πρέπει αυτή να κρίνεται εκ των αποτελεσμάτων της για να μην περιορίζεται η δυνατότητα των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων να αποδείξουν την ικανοποίηση των προϋποθέσεων εξαίρεσης του Άρθρου 101(3) ΣΛΕΕ. Η ανάλυση του κατά πόσον μια συμφωνία περιορίζει εξ αντικειμένου τον ανταγωνισμό θα πρέπει να γίνεται κατά περίπτωση λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο, τους σκοπούς και το περιεχόμενο της συμφωνίας, το πραγματικό και οικονομικό πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται. Μόνο όταν υπάρχουν στέρεες ενδείξεις, συμπεριλαμβανομένης και της ανάλυσης του αντιπαραδείγματος, που να τεκμηριώνουν ότι υπό κρίση συμφωνία είναι αρκούντως βλαπτική για τον ανταγωνισμό, μπορεί να διαπιστωθεί ότι παραβιάζει εξ αντικειμένου τον ανταγωνισμό.
Καταληκτικά σχόλια
Πριν από την έκδοση της απόφασης του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Γραφείου Καρτέλ υπήρχε σχετική ομοφωνία μεταξύ Αρχών Ανταγωνισμού Κρατών Μελών αναφορικά με το ότι οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών δεν εμπίπτουν στην απαγόρευση του Άρθρου 101(1) ΣΛΕΕ λαμβάνοντας υπόψη τις ευεργετικές επιδράσεις που έχει η λειτουργία των πλατφόρμων διαδικτυακών κρατήσεων στην ανταγωνιστική διαδικασία και την αναγκαιότητα ύπαρξης των εν λόγω ρητρών για την αντιμετώπιση του προβλήματος του παρασιτικού ανταγωνισμού. Η απόφαση του Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της Γερμανίας, που επικυρώνει την πιο πάνω αναφερόμενη απόφαση του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Γραφείου Καρτέλ, δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου λόγω της ασυνεπούς προσέγγισης που υπάρχει σε διαφορετικές δικαιοδοσίες. Σημειώνεται σχετικά ότι, οι Αρχές Ανταγωνισμού της Γαλλίας, Ιταλίας και Σουηδίας έκριναν ότι οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών έχουν ευεργετικές επιδράσεις στον ανταγωνισμό και επομένως είναι σύννομες.
Το πιο πάνω ζήτημα των αντιφατικών αποφάσεων αναφορικά με την αντιμετώπιση των «στενών» Ρητρών Ισοτιμίας Τιμών θα μπορούσε να είχε επιλυθεί εάν το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο απέστελλε αίτημα προδικαστικής παραπομπής ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δυνάμει του Άρθρου 267 ΣΛΕΕ. Ένα τέτοιο αίτημα θα ήταν δικαιολογημένο ενόψει των αντιφατικών αποφάσεων των Αρχών Ανταγωνισμού Κρατών Μελών σε σχέση με την ερμηνεία του Άρθρου 101(1) ΣΛΕΕ. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, η ανομοιομορφία που επικρατεί μεταξύ των αποφάσεων των Αρχών Ανταγωνισμού Κρατών Μελών σε σχέση με το εν λόγω ζήτημα, προκαλεί σημαντικά κόστη στις πλατφόρμες διαδικτυακών κρατήσεων ξενοδοχείων, καθώς αναγκάζονται να προσαρμόσουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα και τους όρους και τις προϋποθέσεις χρήσης των υπηρεσιών τους ανάλογα με την δικαιοδοσία δραστηριοποίησής τους.
Σε συνέχεια των πιο πάνω, διαπιστώνεται ότι η εν λόγω απόφαση του Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της Γερμανίας αναφορικά με τις «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών βρίσκεται σε αντίθεση με τον Κανονισμό Ομαδικής Απαλλαγής Κάθετων Συμφωνιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.6 Σημειώνεται σχετικά ότι ο εν λόγω Κανονισμός καλύπτει τις Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών, νοουμένου ότι τα μερίδια αγοράς των συμβαλλομένων επιχειρήσεων δεν υπερβαίνουν το 30% και η συμφωνία δεν περιλαμβάνει περιορισμούς ιδιαίτερης σοβαρότητας. Περαιτέρω, σημειώνεται ότι ο εν λόγω Κανονισμός δεν διακρίνει τις «στενές» και «ευρείες» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών.7 Από την άλλη, οι Αρχές Ανταγωνισμού της Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας και Σουηδίας, καθώς και η Αρχή Ανταγωνισμού του Ηνωμένου Βασιλείου, έκριναν με αποφάσεις τους ότι οι «ευρείες» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών είναι αντιανταγωνιστικές.
Ενώ λοιπόν οι πιο πάνω Αρχές Ανταγωνισμού των Κρατών Μελών συμφωνούν ότι οι «ευρείες» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών είναι αντιανταγωνιστικές, οι «στενές» Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών δεν τυγχάνουν ομοιόμορφης αντιμετώπισης, με αποτέλεσμα να προκαλείται ανασφάλεια δικαίου και ενδεχόμενη αποθαρρυντική επίδραση (chilling effect) στη χρήση των εν λόγω Ρητρών, οι οποίες αναγνωρίζεται ότι έχουν ευεργετικά αποτελέσματα για τον ανταγωνισμό.
Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, θα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το κατά πόσο θα υπάρξει διαφοροποίηση της αντιμετώπισης των Ρητρών Ισοτιμίας Τιμών στην επερχόμενη αναθεωρημένη έκδοση του Κανονισμού Ομαδικής Απαλλαγής Κάθετων Συμφωνιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, π.χ. με διάκριση των «στενών» και των «ευρείων» Ρητρών Ισοτιμίας Τιμών, όπως άλλωστε έχει προταθεί από διάφορες Αρχές Ανταγωνισμού Κρατών Μελών στο πλαίσιο της πρόσφατης διαβούλευσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφορικά με την αξιολόγηση του Κανονισμού Ομαδικής Απαλλαγής Κάθετων Συμφωνιών8. Ενδιαφέρον επίσης θα έχει και η πρακτική αντιμετώπιση περιπτώσεων «στενών» Ρητρών Ισοτιμίας Τιμών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην περίπτωση που δεν μπορούν να τύχουν απαλλαγής βάσει του Κανονισμού Ομαδικής Απαλλαγής Κάθετων Συμφωνιών λόγω υπέρβασης του ορίου του μεριδίου αγοράς 30%.
Τέλος, περί τις αρχές του 2022 αναμένεται να δημοσιευθούν τα αποτελέσματα της έρευνας αγοράς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την αγορά της ξενοδοχειακής διαμονής στην ΕΕ. Η εν λόγω έρευνα θα καλύψει συγκεκριμένα Κράτη Μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου, και θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, αποτελέσματα σε σχέση με το κατά πόσον οι εθνικές νομοθεσίες που απαγορεύουν τις Ρήτρες Ισοτιμίας Τιμών των πλατφορμών διαδικτυακών κρατήσεων ξενοδοχείων έχουν οδηγήσει σε αλλαγές στις συμφωνίες μεταξύ αυτών και των ξενοδοχείων.9
1 Υπόθεση C 67/13 P, Groupement des cartes bancaires (CB) v European Commission, Βλ. παρ. 70 «Ασφαλώς, όπως ορθώς διαπίστωσε το Γενικό Δικαστήριο στις σκέψεις 76 και 140 έως 144 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το γεγονός ότι τα επίμαχα μέτρα επιδιώκουν τον θεμιτό σκοπό της καταπολεμήσεως του παρασιτισμού δεν αποκλείει τη δυνατότητα να έχουν ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού, το περιοριστικό αυτό αντικείμενο όμως πρέπει να αποδειχθεί».
6 Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 330/2010 της Επιτροπής, της 20ής Απριλίου 2010, για την εφαρμογή του άρθρου 101 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ορισμένες κατηγορίες κάθετων συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών.